Σπάνια
στη ζωή, εντός των κρατών αλλά και στις σχέσεις ανάμεσα τους τα προβλήματα έχουν
μόνο δύο όψεις. Θα είμασταν ευτυχείς αν τα προβλήματα λύνονταν με τη ρίψη ενός κέρματος.
Η συλλογιστική ότι αν δεν είσαι μαζί μου είσαι ο εχθρός μου φανερώνει χαμηλή
διαλεκτική ικανότητα και αδυναμία κατανόησης ενός σύνθετου προβλήματος. Υπό
αυτό το πρίσμα, ένα δημοψήφισμα με ένα άσπρο ή μαύρο ερώτημα, δεν έχει να
προσφέρει καλές υπηρεσίες στην Ελλάδα. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την
αρχή.
Από
δημιουργίας νεοελληνικού κράτους (αλλά και πριν από αυτό) αρεσκόμαστε να
αναζητούμε φίλους και εχθρούς στο εξωτερικό μας περιβάλλον. Κάτι τέτοιο δεν
ισχύει φυσικά αφού τα κράτη δεν έχουν φίλους ή εχθρούς παρά μόνο συμφέροντα. Εμείς
όμως με μια υπεραπλουστευτική αφέλεια αποδίδουμε όλα μας τα δείνα σε εξωτερικές
χίμαιρες αδυνατώντας έτσι να δούμε τα δικά μας σφάλματα. Η Ελλάδα ήταν, είναι
και θα είναι μέρος του διεθνούς συστήματος κρατών. Αυτό σημαίνει ότι θα
επηρεάζει και θα επηρεάζεται από άλλα κράτη. Αυτό είναι κάτι που πάντα συνέβαινε
στην ανθρώπινη ιστορία και πάντα θα συμβαίνει. Είναι εξωγενείς παράγοντες που
μπορούμε να επηρεάσουμε μέσω διπλωματίας και ισχύος και άλλοι που αδυνατούμε να
επηρεάσουμε. Οφείλουμε να αναπροσαρμόσουμε την πολιτική μας αναλόγως. Αυτό που
είναι στο χέρι μας να διαμορφώσουμε είναι η δική μας στρατηγική και η μόχλευση
των δικών μας συντελεστών ισχύος. Αν οι δικοί μας συντελεστές υποαποδίδουν αυτό
είναι δικό μας πρόβλημα και θα πρέπει να το δούμε. Θα πρέπει να γνωρίζουμε καλά
ότι, όταν η πολιτική δε βασίζεται σε πραγματικά δεδομένα ή βασίζεται σε ιδεολογήματα,
αυτό πάντα οδηγεί σε επώδυνα αποτελέσματα.
Ειδικότερα,
ως προς την κρίση χρέους της Ελλάδας, έχουν γίνει σωρεία λαθών, εσκεμμένων ή
μη. Δε θα εξετάσω το πώς φτάσαμε ως εδώ, αλλά το πώς πορευτήκαμε από την αρχή
αυτού του προβλήματος έως σήμερα. Για αρχή, ο κύριος Παπανδρέου παγιδευμένος
στην προεκλογική ρητορική του έχασε πολύτιμο χρόνο αμφιταλαντευόμενος και εν
τέλει μη πράττοντας κάτι ουσιαστικό. Το 2010, η Ελλάδα είχε όντως το όπλο στο
χέρι της διότι το χρέος της ήταν σε πολύ μεγάλο βαθμό ιδιωτικό και εξωτερικό.
Αντί να ενημερωθεί υπεύθυνα ο κόσμος για το διακύβευμα και να ακολουθηθεί τότε
μια επιθετική πολιτική, αντ’ αυτού ξυπνήσαμε μια μέρα με την ομιλία στο
Καστελόριζο. Η κυβέρνηση μέσα στον πανικό της πήρε ένα τσεκούρι και άρχισε
χωρίς προγραμματισμό να επιβάλει φόρους (κατά τα 2/3) και να κόβει δαπάνες κατά
το (1/3). Για να διαλύσουμε και έναν άλλο αστικό μύθο, είναι λανθασμένο να
πιστεύουμε ότι οι «ανάλγητοι» δανειστές μας επέβαλλαν την καταστροφή μας.
Καταρχήν, το ΔΝΤ έχει γνωστό πρόγραμμα και γνωστή συνταγή, όπου επεμβαίνει
ακολουθεί την ίδια πεπατημένη. Δεν είναι ότι δε ξέραμε τι θα μας ζητήσουν. Αν
δεν το ξέραμε αυτό είναι αμέλεια ή ψέματα από όποιον το ισχυρίζεται. Ύστερα, οι
δανειστές ζήτησαν πρωτίστως τον τρόπο μέσα από τον οποίο θα αποπληρώνονταν τα χρήματα
τους. Όταν είδαν ότι εμείς αδυνατούσαμε να προτείνουμε τεχνοκρατικά
κοστολογημένα μέτρα (διότι αντί να έχουμε επαγγελματική δημόσια διοίκηση έχουμε
κομματική), μέσα στα ασφυκτικά χρονικά περιθώρια μας πρότειναν αυτοί μέτρα που
μπορούσαν να κοστολογηθούν. Για παράδειγμα, την προχειρότητα που εμείς
αποκαλούμε «ενιαίο μισθολόγιο» δεν μας την επέβαλαν, εμείς την σκαρφιστήκαμε.
Ύστερα,
ήρθε κατά τη γνώμη μου η γενεσιουργός αιτία της σημερινής τραγωδίας. Αντί με
ομοψυχία να βάλλουμε πλάτη για το καλό της χώρας μας και τα δύο μεγάλα κόμματα
να ψηφίσουν με ευρεία πλειοψηφία το πρώτο μνημόνιο, ο κύριος Σαμαράς για
μικρόψυχους και μικροπολιτικούς του λόγους καταψήφισε ανοίγοντας έτσι την Κερκόπορτα στο δίλλημα μνημόνιο – αντιμνημόνιο. Είναι
ο κύριος Σαμαράς ο οποίος έκανε τους Έλληνες να πιστέψουν ότι υπάρχει ένας άλλος,
άκοπος δρόμος έξω από αυτόν τον εφιάλτη. Και έτσι, η κυβέρνηση αντιμετωπίζοντας
τριβές εντός και εκτός αυτής, σύρονταν από μέτρο σε μέτρο εφαρμόζοντας
παρελκυστική τακτική στην προσπάθεια της να ισορροπήσει ανάμεσα στα ασφυκτικά
οικονομικά προβλήματα και την πολιτική της επιβίωση.
Κάπως
έτσι φτάσαμε στο 2011. Η διαπραγματευτική ισχύς της χώρας, μέσα από τις συνεχείς
ταλαντεύσεις του πρωθυπουργού μειώνονταν συνεχώς. Τη μια ζητούσε στήριξη από
τον κύριο Σαμαρά για να υπαναχωρήσει μερικές ώρες αργότερα. Την άλλη προανήγγειλε
δημοψήφισμα χωρίς να έχει συζητήσει με κανέναν, μόνο για να ανατραπεί από το
ίδιο του το κόμμα. Εκεί κάπου ήρθε ο κύριος Παπαδήμας σώζοντας κυριολεκτικά την παρτίδα στο πάρα 1΄. Αντί να πορευτούμε
με μια κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας έως ότου ορθοποδήσουμε, όπως άλλωστε έπραξαν όλες
οι χώρες που βγήκαν επιτυχώς από το μνημόνιο, εμείς πάλι πράξαμε το αντίθετο. Ο κύριος Σαμαράς, εγκληματικά αγνοώντας το
συμφέρον της χώρας, ζητούσε μετ’ επιτάσεως εκλογές προσπαθώντας να ικανοποιήσει
τη δική του ματαιοδοξία, δηλαδή να γίνει πρωθυπουργός. Χρησιμοποιώντας τακτικές
φόβου έσυρε τη χώρα σε διπλή εκλογική αναμέτρηση, παγιώνοντας στη συνείδηση του
κόσμου το δίλλημα μνημόνιο – αντιμνημόνιο. Ότι δηλαδή υπήρχε ένας άλλος,
μαγικός, άκοπος δρόμος προς την οικονομική ευημερία.
Η
διακυβέρνηση Σαμαρά χαρακτηρίστηκε από τις συνήθεις παλινωδίες και
παρελκυστικές τακτικές. Ένα βήμα εμπρός – δύο βήματα πίσω προσπαθώντας να
διασωθούν κεκτημένα μιας προνομιούχας κάστας ενώ η ιδιωτική οικονομία βούλιαζε
στην ύφεση και την αβεβαιότητα. Η χρησιμοποίηση ακατάλληλων δημαγωγών σε
υπουργεία απλά αποτέλεσε το κερασάκι στην τούρτα μιας ανούσιας και γλυκανάλατης
διακυβέρνησης. Με άλλα λόγια, πολύ λίγα πράγματα με πάρα πολύ αργούς ρυθμούς. Όταν
η κυβέρνηση Σαμαρά οσμίστηκε τις εθνικές εκλογές του Ιανουαρίου, στήλωσε τα
πόδια και σταμάτησε να κυβερνάει περιμένοντας να πετάξει την καυτή πατάτα στον
επόμενο.
Ο κύριος
Τσίπρας, εκμεταλλευόμενος μια θεσμική ανωμαλία του πολιτεύματος μας, δηλαδή την
εκλογή του προέδρου της δημοκρατίας (που ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1986 είχε
φροντίσει να ευνουχίσει από αρμοδιότητες και όπου ο Γεώργιος Παπανδρέου ο νεότερος
είχε πρώτος χρησιμοποιήσει για να προκαλέσει εθνικές εκλογές) κέρδισε τις εκλογές
εκμεταλλευόμενος το αίσθημα τελμάτωσης (no end in sight) του κόσμου ύστερα από 5 συναπτά χρόνια
ύφεσης. Και ο κύριος Τσίπρας αγνόησε επιδεικτικά το εθνικό συμφέρον. Η χώρα
βρισκόταν, μετά από κόπους και βάσανα, σε μια εξαιρετικά εύθραυστη οικονομική
ισορροπία. Η χώρα δεν άντεχε εκλογές και διχαστικό κλίμα πάνω στο γνωστό
δίλλημα, μνημόνια – αντιμνημόνια. Ο κύριος Τσίπρας, δημαγωγώντας ξεδιάντροπα επένδυσε τα πάντα σε έναν μαγικό δρόμο χωρίς
μνημόνια. Υποσχέθηκε τα πάντα στους πάντες χωρίς να λέει από πού θα βρει τα
χρήματα για να πραγματώσει τις υποσχέσεις του. Δεν ήταν ο πρώτος που το
έκανε αυτό, αλλά φοβάμαι ότι θα είναι ο μοιραίος. Κανείς δε μπήκε στον κόπο
πρώτα να μελετήσει τα δημόσια οικονομικά και μετά να εξηγήσει με απλό και
κατανοητό τρόπο τα προβλήματα στο κόσμο.
Μαζεύοντας
δίπλα του μια κλίκα ανθρώπων που αποτελούνταν από σκληροπυρηνικούς Σταλινικούς,
ιδεολόγους μαρξιστές και φωνασκούντες δημαγωγούς, έλλειψαν οι άνθρωποι οι
οποίοι είχαν μια επαφή με την πραγματικότητα. Θα έπρεπε βέβαια να γνωρίζουν ότι
ακόμα και ο Λένιν είχε κάνει άνοιγμα προς την ελεύθερη αγορά (Νέα Οικονομική
Πολιτική) όταν αντιμετώπισε η Ρωσία το φάσμα του λοιμού το 1922. Όπως επίσης θα
έπρεπε να γνωρίζουν ότι, όπως είχε γράψει και ο Goebbels στα απομνημονεύματα του, η
προπαγάνδα που στηρίζεται σε ψέματα και λανθασμένα στοιχεία αποδομείται πάρα
πολύ γρήγορα.
Άνθρωποι
ανεπαρκής ή άμετρα εγωπαθείς και φιλόδοξοι ανέλαβαν τη διαπραγμάτευση με μόνο
εφόδιο το ιδεολόγημα τους, χωρίς κάποιο δεύτερο σχέδιο. Σκόπιμα ή από άγνοια,
μέσα από εμπρηστικές δηλώσεις και τοποθετήσεις κόπηκαν γέφυρες και απωλέσθηκαν
σύμμαχοι, όταν είναι γνωστό ότι στις διπλωματικές διαπραγματεύσεις και η
τελευταία λεπτομέρεια μετράει. Η ευθύνη του κύριου Τσίπρα εδώ συνίσταται στο
ότι σκόπιμα ή από άγνοια έβαλε τους λάθος ανθρώπους στις λάθος θέσεις. Ο κύριος
Βαρουφάκης αναλώθηκε σε «προτάσεις που δεν υπάρχει ούτε μια στο εκατομμύριο να
αρνηθούν» και σε διαλέξεις αμφιθεάτρου απευθυνόμενος σε υπουργούς οικονομικών
κυρίαρχων κρατών. Στο εσωτερικό μέτωπο, εμπρηστικές δηλώσεις («θα το κάνουμε
Κούγκι») και ακραία δημαγωγία δημιουργούσαν κλίμα ρήξης με τους εταίρους μας. Μια
πάγια αρχή της διπλωματίας και των διαπραγματεύσεων είναι ότι οι τόνοι δημόσια
πρέπει να κρατούνται σε χαμηλό και πολιτισμένο επίπεδο. Η ανάληψη δημοσίως
μαξιμαλιστικών θέσεων εγκλωβίζει τη διπλωματία και κάνει την απαγκίστρωση από
αυτές και την επίτευξη συμφωνίας δύσκολη (βλέπε Μακεδονικό). Ύστερα, η
κυβέρνηση μέσα από μια κακόφωνη πολυφωνία, όπου ο ένας υπουργός αναιρούσε τον
άλλο μέσα σε λίγες ώρες, προκαλούσε σύγχυση στον κόσμο και ερωτηματικά στους ξένους
(«τι επιτέλους θέλουν οι Έλληνες;») ενώ έδινε την εικόνα ακυβέρνητου σκάφους.
Η
παρατεταμένη «διαπραγμάτευση» (;) και η απραξία σε επίπεδο εθνικής οικονομίας μας
οδήγησαν στο τέλος του δρόμου με άδεια ταμεία, τραυματισμένη εθνική οικονομία
και εν τέλει, ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων. Διαλύοντας εδώ έναν άλλο αστικό
μύθο, τους ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων δεν μας την επέβαλλαν οι «ξένοι
σατανάδες». Απλά σταμάτησαν τη ροή χρηματοδότησης και η Τράπεζα της Ελλάδος
υποχρεώθηκε, προκειμένου να αποφευχθεί η άτακτη κατάρρευση, να προτείνει τους περιορισμούς
τους οποίους ο υπουργός οικονομικών αποφάσισε. Εάν η ΕΚΤ ακολουθούσε κατά γράμμα τους κανονισμούς της, θα έπρεπε
να είχε σταματήσει τη χρηματοδότηση των τραπεζών μας πολύ νωρίτερα. Δεν το
έπραξε, για να μην τραυματίσει τη διαπραγμάτευση αλλά και για να μην αναλάβει
εκείνη το κόστος μιας πολιτικής απόφασης.
Η ηγεσία της
χώρας δεν είναι παιχνίδι, έχει τεράστιες ευθύνες. Αυτό που διαχωρίζει τους ηγέτες
μεγάλου διαμετρήματος που άφησαν το στίγμα τους στην ιστορία είναι η ικανότητα
να κρίνουν ποια είναι τα όρια εντός των οποίων καλούνται να αποφασίσουν. Πολύ
σημαντική ιδιότητα ενός ηγέτη είναι και η επιλογή συνεργατών. Είναι χρήσιμο και
ωφέλιμο να υπάρχουν και άνθρωποι γύρω σου που θα σου πουν χωρίς φόβο «κύριε
πρόεδρε αυτό που κάνετε είναι λάθος». Όταν όλοι σκέφτονται το ίδιο, τότε όλοι δυνητικά
αυτοεπιβεβαιώνουν ένα λάθος. Ο κύριος Τσίπρας αποποιείται των ευθυνών που
απορρέουν από τη θέση του και πετάει την καυτή πατάτα στον κόσμο, μέσα από ένα δυσνόητο
και τελικά άνευ ουσίας ερωτήματος επί προτάσεων που πλέον δεν υφίστανται. Αν ο κύριος Τσίπρας ήθελε ουσιαστικά να
ρωτήσει τον κόσμο θα έπρεπε να το πράξει εντός των χρονικών πλαισίων που ήταν τοις πάση γνωστά. Είναι ανήθικο
από πλευράς του λίγο πριν το σφύριγμα της λήξης να πετάει την πετσέτα. Ο κύριος Τσίπρας ασκεί ουσιαστικά
αντιπολίτευση στην κυβέρνηση της χώρας και ολοκληρώνει την καταστροφή που
ξεκίνησε ο κύριος Σαμαράς μέσα από τον ολοκληρωτικό διχασμό.
Δυστυχώς
το δημοψήφισμα αυτό θα τραυματίσει τη χώρα μας. Όποιο και αν είναι το
αποτέλεσμα τα συντρίμμια τα όποια καλούμαστε να μαζέψουμε είναι δυστυχώς πάρα
πολλά. Το ΝΑΙ προσφέρει μια τελευταία ευκαιρία να προσπαθήσουμε με πολύ κόπο
και πολύ προσπάθεια να γυρίσουμε την παρτίδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου