30 Σεπ 2013

Το Φαινόμενο της Χρυσής Αυγής

Το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε είχαμε τη σύλληψη της ηγετικής ομάδας της χρυσής αυγής με κύρια κατηγορία ανάμεσα σε πολλές άλλες, της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης. Είναι πράγματι ένα σημαντικό βήμα προστασίας της ελληνικής δημοκρατίας ενάντια στο φαινόμενο του νεοναζισμού, πλην όμως αυτό το βήμα θα πρέπει να έχει και συνέχεια. Θα πρέπει ως κοινωνία να αναρωτηθούμε πως φθάσαμε ως εδώ και πως μπορούμε να λύσουμε το πρόβλημα σε μόνιμη βάση. Σε κάθε περίπτωση, τώρα δεν είναι η ώρα για πανηγυρισμούς αλλά για περίσκεψη και δράση. Να θυμίσουμε ότι ο Αδόλφος Χίτλερ φυλακίστηκε για το αποτυχημένο πραξικόπημα του 1923 στο Μόναχο. Τη δεκαετία του 1920 οι εθνικοσοσιαλιστές θεωρούνταν γραφικοί και αμελητέα δύναμη, αλλά αυτό ήταν κάτι που άλλαξε πολύ γρήγορα. Συλλαμβάνοντας την ηγετική ομάδα αλλά μη θεραπεύοντας τις ρίζες του κακού απλά αγοράζουμε χρόνο μέχρι την επανεμφάνιση του προβλήματος σε νέα, μεταλλαγμένη και πιο επικίνδυνη εκδοχή.

Το φαινόμενο της χρυσής αυγής μας οδηγεί σε ορισμένες ανησυχητικές διαπιστώσεις και ερωτήματα. Ας δούμε αναλυτικά μερικά από αυτά:

  1. Ανησυχητική διείσδυση και απήχηση εντός των σωμάτων ασφαλείας

Οι πρόσφατες αποκαλύψεις καταδεικνύουν μια ανησυχητική διάβρωση των σωμάτων ασφαλείας (κυρίως της αστυνομίας). Παρουσιάστηκαν περιπτώσεις όπου η αστυνομία είτε, στην καλύτερη περίπτωση, ανέχτηκε τις δραστηριότητες της Χρυσής Αυγής είτε, στη χειρότερη, παρείχε υποστήριξη και πληροφορίες. Ορισμένοι κύκλοι εντός της αστυνομίας ίσως να θεώρησαν ότι η χρυσή αυγή αποτελεί ένα χρήσιμο σύμμαχο για τον έλεγχο (γκετοποίηση) των λαθρομεταναστών ή ως αντίβαρο αναρχικών αριστεριστών. Το πλέον δύσοσμο στοιχείο όμως είναι η ιδεολογική ταύτιση μελών των σωμάτων ασφαλείας (ιδιαίτερα των μονάδων αποκατάστασης της τάξης) με την πρακτική της βίας που ευαγγελίζεται η χρυσή αυγή. Δείγματα αυτής της τάσης είχαν διαφανεί στις τελευταίες εκλογές, όπου σε εκλογικά τμήματα του κέντρου των Αθηνών όπου ψηφίζει μεγάλος αριθμός αστυνομικών, η χρυσή αυγή είχε παρουσιάσει εντυπωσιακά ποσοστά. Γενικότερα είναι εσφαλμένη η τακτική της ελληνικής αστυνομίας στον τομέα της αποκατάστασης τάξης αφού δίνεται βαρύτητα στη χρήση χημικών και στη σωματική βία, ενώ προτεραιότητα θα έπρεπε να είναι η πρόληψη (χρήση έφιππων αστυνομικών, αστυνομικών σκύλων, αντλίες νερού κλπ) και ο εκφοβισμός προκειμένου να αποτραπεί η διασάλευση της τάξης εξ’ αρχής.

  1. Δημιουργία παραστρατιωτικής οργάνωσης και υποκατάσταση λειτουργιών του κράτους

Η φράση «…τώρα θα δείτε τι θα πάθετε, θα φωνάξω τη χρυσή αυγή…» μπορεί να ακούγεται αστεία αλλά δείχνει το μέγεθος της αποσάθρωσης της κρατικής μηχανής. Το κράτος για να λειτουργήσει πρέπει να έχει το μονοπώλιο άσκησης βίας. Όταν άλλοι οργανισμοί εντός της κρατικής οντότητας αρχίζουν να αμφισβητούν αυτό το μονοπώλιο τότε εμφανίζονται προβλήματα. Ιστορικά, ένας από τους κυριότερους λόγους ανόδου των εθνικοσοσιαλιστών στην εξουσία υπήρξε η υπόσχεση επιβολής τάξης και ασφάλειας και η διάθεση κατάλληλων μέσων προς αυτό. Η απόλυτη αποτυχία της κρατικής μηχανής, να ελέγξει το φαινόμενο της λαθρομετανάστευσης και της συνακόλουθης παραβατικότητας προσέφερε πεδίο δόξης λαμπρό στα τάγματα ασφαλείας της χρυσής αυγής που υποκατέστησαν κατ’ αυτόν τον τρόπο καίριες λειτουργίες του κράτους. Στην ουσία, το ίδιο το κράτος υπέσκαψε τα θεμέλια του ανεχόμενο τη χρυσή αυγή να δρα ως υπεργολάβος παροχής ασφάλειας. Από τα πιο απλά μέχρι τα πιο σύνθετα προβλήματα η χρυσή αυγή είχε αποκτήσει τη φήμη, αν όχι και την έννοια στην πράξη, του καταφυγίου τελευταίας επιλογής. Πράγμα εξαιρετικά επικίνδυνο για τη δημοκρατία μας.

  1. Η Ελληνική κοινωνία είναι απαθής και ανέχεται τη βία από όπου και αν αυτή προέρχεται.

Δυστυχώς αυτή είναι και η πιο λυπηρή διαπίστωση. Η χρυσή αυγή δεν προέκυψε από παρθενογένεση. Η ελληνική κοινωνία είναι ανώριμη και θεωρεί τη βία ως μέσο επίλυσης των προβλημάτων που η φτωχή διαλεκτική της ικανότητα αδυνατεί να επιλύσει. Τι εννοώ: είσαι αντίπαλη ομάδα; θα σε δείρουμε. Είσαι μέλος αντίπαλης κομματικής νεολαίας; θα σε δείρουμε. Είσαι έγχρωμος πακιστανός/κινέζος/αθίγγανος/μαύρος/αλβανός; Θα σε δείρουμε. Διεκδικούμε οτιδήποτε; Θα καταλάβουμε ή θα καταστρέψουμε δια της βίας δημόσια περιουσία προκειμένου να επιτύχουμε το αίτημα μας όποιο και αν είναι αυτό. Θα επιβάλουμε τις θέσεις μας μέσω εκβιαστικών διλλημάτων. Ας μη γελιόμαστε: είναι απίστευτος ο βαθμός στον οποίο η κοινωνία μας καταφεύγει στη χρήση βίας, όχι απαραίτητα υπό τη μορφή ξυλοδαρμού, προκειμένου να επιλύσει οποιοδήποτε πρόβλημα προκύπτει. Η μανιχαϊστική προσέγγιση πολλών από εμάς, δηλαδή αν δεν είσαι μαζί μου είσαι εναντίον μου, αναπόφευκτα αποτελεί κοιτίδα επώασης της βίας. Όμως στη φύση και κατ’ επέκταση στην κοινωνία τα προβλήματα είναι πάντα πολυσύνθετα και ποτέ δεν ακλουθούν το δίπολο άσπρο – μαύρο. Όσο πιο ώριμη είναι μια κοινωνία, όσο περισσότερο τα μέλη της αποτελούνται από σκεπτόμενους κριτικά πολίτες, τόσο περισσότερο ανθεί ο διάλογος και η διαπραγμάτευση με ορθολογικούς όρους.

  1. Το ελληνικό σύστημα διακυβέρνησης νοσεί βαρύτατα

Ιστορικά, από ιδρύσεως νεοελληνικού κράτους η διακυβέρνηση της χώρας είναι στρεβλή σε κάθε έκφανση της. Η ελληνική κοινωνία δεν έχει μετέλθει των απαραίτητων μετασχηματισμών προκειμένου να αποκτήσει την έννοια του συνόλου. Οι πολίτες δεν διαθέτουν την ωριμότητα να αντιληφθούν ότι το προσωπικό τους όφελος μεγιστοποιείται μέσα από την βελτίωση της συνολικής ωφέλειας. Αντ’ αυτού, οι πολίτες αντιμετωπίζουν το κράτος με καχυποψία και την κρατική εξουσία με φόβο. Το κράτος από πλευράς του αντιμετωπίζει τους πολίτες συλλήβδην ως ένοχους και εξαντλεί την αυστηρότητα του επί δικαίων και αδίκων (συνηθέστερα επί αδίκων). Αυτό οδηγεί τους πολίτες να επιθυμούν εκούσια ή ακούσια να καρπωθούν τα μέγιστα δυνατά οφέλη από το ταμείο του συνόλου αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Η επιθυμία αυτή οδήγησε στη δημιουργία ενός παρασιτικού – πελατειακού πολιτικού συστήματος το οποίο προκειμένου να ανέλθει στην εξουσία υποσχόταν τα πάντα. Όσο η πυραμίδα (Ponzi scheme) της ελληνικής οικονομίας ανθούσε και το δανεικό χρήμα μοιραζόταν αφειδώς, το φαινόμενο της χρυσής αυγής καλυπτόταν κάτω από το μανδύα της γραφικότητας. Όταν όμως το πελατειακό σύστημα κατέρρευσε υπό των βάρος των υποσχέσεων που είχε μοιράσει και που δεν μπορούσαν πλέον να εκπληρωθούν, οι πολίτες επαναστάτησαν. Διότι πλέον, δεν υπήρχε η έννοια του δούνε και λαβείν αλλά και οι πολιτικοί δεν ήξεραν πώς να πολιτευτούν χωρίς να δημαγωγούν και να υπόσχονται. Όταν λοιπόν υπάρχει έλλειμμα ορθού λόγου και επιχειρημάτων τότε ανθούν άλλες καταστάσεις. Η χρυσή αυγή δε γεννήθηκε από την όποια οικονομική κρίση. Η οικονομική κρίση αποτελεί αφορμή και τροφή για τη μεγέθυνση της αλλά όχι γενεσιουργό αιτία. Η σαθρότητα του διακυβερνητικού μοντέλου της χώρας σε συνδυασμό με την ανεξέλεγκτη ανοχή μειοψηφιών που επιβάλλονται δια της βίας είναι οι βασικές αιτίες που οδήγησαν στην άνοδο της. Το πολιτικό σύστημα μέχρι και τη δωδέκατη ώρα έπαιζε το παραδοσιακό πελατειακό παιχνίδι διάχυσης ευθυνών και ανεδαφικών υποσχέσεων. Αυτό οδηγούσε στην ολοένα και μεγαλύτερη απαξίωση του στα μάτια των πολιτών οι οποίοι με τη σειρά τους κατέφυγαν στη χρυσή αυγή ως μέσο τιμωρίας του πολιτικού συστήματος. Η χρυσή αυγή έθελξε τις μάζες μέσω του τιμωριτικού της λόγου και όχι διότι προσέφερε κάποια λογική λύση εξόδου από την κρίση. Η λογική που επικράτησε είναι ότι «εγώ καταστράφηκα από τα ψέματα σας και τώρα θα ψηφίσω χρυσή αυγή για να σας τιμωρήσει». Και μόνο τα χαιρέκακα σχόλια που ακολούθησαν του ξυλοδαρμού της κυρίας Κανέλλη από τον κύριο Κασιδιάρη αποτελούν σαφή ένδειξη της συλλογιστικής των ψηφοφόρων. Αγνοεί φυσικά ο ψηφοφόρος – πολίτης τις συνέπειες των δικών του πράξεων και παραλήψεων. Γνωρίζει ο πολίτης – ψηφοφόρος άριστα τα δικαιώματα του και καθόλου τις υποχρεώσεις του. Η πολιτική ηγεσία μιας κοινωνίας αποτελεί καθρέφτη της ίδιας. Αυτοί οι άνθρωποι που μας διοίκησαν και μας διοικούν είναι κομμάτι μας. Δεν είναι ουρανοκατέβατοι και εμείς ως σκεπτόμενοι πολίτες τους ψηφίσαμε. Τους ψηφίσαμε όμως γιατί μας έταξαν κάτι σε βάρος του συνόλου και όχι για τις ιδέες τους ή τις προτάσεις τους. Τώρα που αυτό που μας έταξαν χάθηκε αντιδρούμε και μέσα στην ανωριμότητα μας καταφεύγουμε σε αυτόν που θα βλάψει κατ’ εμάς το πολιτικό σύστημα. Ένα πολιτικό σύστημα που, επαναλαμβάνω, εμείς ψηφίσαμε και επιλέξαμε.

Η σύλληψη της ηγετικής ομάδας της χρυσής αυγής είναι οπωσδήποτε ένα καλό νέο αλλά θα πρέπει να ακολουθήσουν και άλλα βήματα. Θα πρέπει το κράτος από εδώ και στο εξής να είναι το ίδιο άτεγκτο στην εφαρμογή του νόμου προς όλες τις κατευθύνσεις και όχι να υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά. Αυτό σημαίνει ότι το πολιτικό δυναμικό της χώρας επιβάλλεται να κάνει την αυτοκάθαρση του. Η ηγεσία προκειμένου να είναι αξιόπιστη οφείλει να δρα παραδειγματικά και όχι κατά περίπτωση. Θα πρέπει ο πολίτης να αποκτήσει το περί δικαίου αίσθημα, ότι το κράτος αντιμετωπίζει όλους τους πολίτες ισόνομα και όχι να αισθάνεται την ανάγκη να καταφύγει αλλού για να βρει δικαίωση. Θα πρέπει να παταχθεί η βία από όπου και αν προέρχεται. Η άσκηση δικαιωμάτων είναι θεμιτή αλλά πρέπει να σταματάει εκεί όπου αρχίζουν τα δικαιώματα του άλλου. Η καταχρηστική απεργία είναι βία. Η κατάληψη και καταστροφή δημόσιας περιουσίας είναι βία. Το κλείσιμο ενός δημόσιου δρόμου είναι βία. Οι ξυλοδαρμοί στα γήπεδα είναι βία. Το κατέβασμα του διακόπτη της ΔΕΗ είναι βία. Δεν υπάρχει δικαιολογημένη και αδικαιολόγητη βία. Όσο περισσότερο καταφεύγουμε σε αυτή τόσο περισσότερο εθίζονται και αναισθητοποιούνται οι πολίτες ως προς αυτή. Η βία γεννάει βία μέχρι να φτάσει στο σημείο της αυτοκαταστροφής της.

Τέλος, θα πρέπει όλοι μας σε ατομικό επίπεδο να κάνουμε ότι μπορούμε για το κοινό καλό χωρίς κάποιος να μας το επιβάλλει. Αν όλοι προσπαθήσουμε για την καλυτέρευση του συνόλου, τότε φαινόμενα όπως αυτό της χρυσής αυγής θα τεθούν από μόνα τους στο περιθώριο. Θα πρέπει όσο μπορούμε να διαβάσουμε, να μάθουμε τις αιτίες των πραγμάτων και γιατί αυτά συμβαίνουν και όχι να καταφεύγουμε στη δημαγωγία, την ημιμάθεια και τις θεωρίες συνομωσίας. Ποιοι  ανέχτηκαν την ατιμώρητη άνοδο της χρυσής αυγής; Ποιοί ωφελούνται από την παρουσία της; Ποιοι ωφελούνται από τη θεαματική, πλην όμως επιφανειακή και επικοινωνιακή σύλληψη της ηγεσίας της; Ποία τα αίτια; Απαντώντας όλα αυτά με ορθολογικά επιχειρήματα μπορούμε να προσεγγίσουμε τη λύση του προβλήματος. Με σπασμωδικές, πυροσβεστικές ενέργειες απλά μεταθέτουμε το  πρόβλημα για το μέλλον. Και όταν το πρόβλημα επιστρέψει θα είναι πολύ πιο δύσκολη η αντιμετώπιση του.      

13 Σεπ 2013

Syria and the resurfacing of the Eastern Question

The ongoing civil war in Syria brings to focus the 19th century Eastern Question albeit in a different setting. Then, we had the scramble of the Great Powers over the carcass of what once was the might Ottoman Empire. The vacuum created by the “sick man of Europe” led to all kinds of destabilizing crisis both in the Balkans and in the Middle East, until finally the First World War erupted sparked by “a silly thing in the Balkans” as Bismarck had prophesized. In a more recent light of historical events, the Middle East had been stabilized post World War Two along cold war lines; on one hand we had Israel and US backed Arabic monarchies and on the other hand we had Soviet backed secular “republics” (read dictatorships). Things would occasionally flare up but everything was kept under strict control. Then, after the Yom Kippur war in 1973, the Egyptians threw in the towel and switched sides; from a Soviet bastion in the Middle East they transformed themselves to one of the staunchest US allies. That left Syria rather isolated but everyone was happy with the result. From Morocco to Iran, every nation had a stable pro-US dictatorship (or monarchy, take your pick). Exceptions such as Libya and Syria where in effect sidelined and contained. Even after the 1979 revolution in Iran the US quickly managed to stabilize and contain the situation by adhering to that age old maxim “my enemy’s enemy is my friend” (Iraq).

Everyone was happy with these arrangements; The USSR had its allies (Libya and Syria); the US had its allies (Israel, Egypt, Saudi Arabia, Jordan, Iraq). Iran was successfully contained and engaged by Iraq (under heavy sponsoring from the US). In 1990 Iraq got greedy and invaded Kuwait. Order was promptly restored and the then US administration opted to keep Saddam Hussein in power as a bulwark against Iranian pressures. The administration also came to the conclusion that there was no clear exit strategy or succession should Saddam be ousted from power. Some felt that this constituted unfinished business and that led to the catastrophic Gulf War round two. This sequel provides us with useful insights of what not to do when planning a military operation and in general shows us clearly what happens when the political objectives are out of touch with reality. Under various vague notions of protecting the world from grave danger (Weapons of Mass Destruction, WMD), of uprooting Al Qaeda terrorist cells (completely false accusation) and of promoting freedom and democracy in the Middle East a sovereign state was invaded. The military operations where naturally a cake walk, the end game though proved a different matter altogether. WMDs where never found although the US sponsored dictatorship did harbor and use them during the IranIraq war in the 80s. Al Qaeda was never found to have cells in Iraq despite extensive use of torture (Abu Ghraib prison) which should have been a no-brainer in the first place; Iraq was a secular dictatorship where women enjoyed considerable rights. Baghdad even had a synagogue and there were Christian churches. Civil laws were used instead of the Islamic law practiced in Saudi Arabia. These are features to which Al Qaeda is entirely antithetical to and the assumed linkage between Saddam Hussein and Osama bin Laden is but a figment of imagination. As for those advocating democracy and freedom, the ensuing civil war between the various factions in Iraq proved how difficult it is to promote democracy to a society which hasn't gone through the necessary transformations in order to foster such a change. We also need to keep in mind that Iraq is an artificially created state where highly heterogeneous ethnic and religious groups coexisted uneasily under the tyranny of Saddam Hussein.

Moving fast forward, we stumble upon the events unfolding after the eruption of the “Arabic Spring”. Through seemingly unconnected events beginning with protests in Tunisia (December 2010) a chain reaction started which swept away the cold war secular dictatorships from the region. All of the regimes which fell where, in various degrees, within the US sphere of influence. The Obama administration decided that these cold war relics had overrun their usefulness and went so far as to military intervene in Libya and push Mubarak towards an inglorious exit. While it is certainly true that these regimes had been considerably eroded by decades in power, by extensive corruption and nepotism and by being completely out of touch with the needs of their people, it is also true that the US strategy concerning their succession was flawed. The current administration tried to do the “democratic winds of change” on the cheap without ground forces being involved and failed. Proof of this “change of heart” is the reinstating of a military dictatorship in Egypt, a crucial US ally in the Middle East. This is the price which has to be paid when you try to liberalize realist policy objectives. In Syria however, once again policy objectives are out of touch with reality. US policy has been undermined by conflicting and counterproductive objectives, by ignoring facts on the ground and by basing policy on hopes rather than facts. We find a shocking lack of a long term strategy and the similarities with Iraq are chilling. Again we have a tirade about WMDs, red lines being crossed (does this remind anyone of “smoking guns” as was the case in Iraq?) and the plight of innocent democratic citizens being brutalized by the regime. And I ask you here: since when did the US or any other Great Power for that matter give a damn about human rights violations, dictatorships trampling democratic rights, WMDs and so on? The question is of course rhetoric; these pretexts and beliefs (“the right to protect”) are being used as methods of creating external and internal legitimacy for the achievement of policy objectives. The thing is that these arguments in favor of a military intervention in Syria have rapidly grown stale. The people may have a short attention span and may be subjected to daily doses of propaganda by the mass media, but the fiasco of the Iraq invasion is historically too close to be forgotten. The basic problem with a military intervention in Syria is one of succession. That is, what will happen to the country once Assad has left the scene? Civil wars can be nasty affairs and intervening in one directly can be even nastier. Right now we have the Assad regime which is firmly reliant upon Iranian help in order to survive. Russia merely uses the Syrian problem in order to score some cheap diplomatic points against the US and not because they have any great love for Assad. Their interests would be somewhat hurt should he be gone because weapons customers are always good friends but other than that there is not much of critical strategic value for them there. In short, he’s a useful nuisance towards the US, a customer of their weapons and that’s about it. Should push come to shove, the Russians will not risk their necks offering direct or indirect military aid towards Syria. So, the US wants to depose Syria because they’re the key Iranian ally in the region. Should Assad be deposed what will become of Syria? Will Iranian influence wax or wane? Will there be order or chaos for years to come? Will it be a stable country or will it become a failed state like Iraq, a terrorist playground for all interested. How are US interests best served in the region? To whom the profits from a military intervention?


Syria is an artificial state just like Iraq is. Different ethnic and religious groups co-exist under an enforced minority dictatorship. Destabilizing the current regime will most certainly open Pandora’s Box. Even Israel is reluctant to see a regime change in Damascus under current circumstances. With Assad what they see is what they get; with a country in an endless civil war no one is in control. And power vacuums are very bad things when it comes to the relations between states. Israel (and any rational thinker for that matter) rightly believes that a destabilized Syria will increase Iranian influence in the region, not decrease it. Assad has every reason to behave rationally when it comes to limiting Iranian influence; he wants to survive so he keeps things under relative control and limit. Without a strong authority and a country descending into faction warfare how will anyone limit the influence of fanatics on all sides? Or does the US believe it can control the fanatics it currently uses as pawns in this civil war? The events in Lybia and Egypt suggest that Muslim fundamentalism is very difficult to control once left out of the box. And there is yet another question; how would a fragile world economy profit from violent fluctuations caused in oil and other markets by a military intervention in Syria? Military interventions are serious events and anyone thinking that a 3 day bombing campaign in Syria will make all problems magically vanish is simply being naïve. During World War Two, the US administration had been planning about the governance of post war Germany two years prior the fall of the Third Reich. Considerable thinking and resources had been poured into this project and the manpower involved was in the thousands. And in both Germany and Japan we’re talking about first world countries with homogenous populations and historical institutions to fall back upon. In Iraq, post war planning was left to about a hundred people (ORHA) with no resources or authority and minimal time to plan ahead. Iraq and Syria are artificial nations created in the twilight of European imperialism, without homogeneity or any common destiny or history of their populace. What does the US wish to achieve by intervening? What is the long term plan and strategy? What are the policy objectives? Personally, I believe that an intervention in Syria opens a very big can of worms leading to yet another failed state in the region. What will happen if all those alleged chemicals find their way towards Hezbollah and are then launched upon Israel via Lebanon? Assad is rational enough never to do such a thing, but should he fear his end is near what will stop him from spreading such weaponry indiscriminately? The military option towards Syria is being pursued in order to preserve the right of the United States to intervene anywhere in the world under liberal-Wilsonian pretexts without the formalities of the UN. I fear however that these Wilsonian pretexts are becoming a purpose in their own right instead of a means to an end. The specter of the Munich agreement (1938) is being used as justification for intervention without prior deliberation. The distortion of facts and the absence of rational policy objectives are much more damaging in the long term than any preemptive intervention.     

19 Μαρ 2013

Ο Δαίδαλος, ο Ίκαρος και η Κύπρος



Ως κεραυνός εν αιθρία έπεσε για τους περισσότερους από εμάς το άκουσμα περί πιθανής χρεοκοπίας εμπορικών τραπεζών της Κύπρου. Η Κύπρος, μετά τα καταστροφικά γεγονότα του 74, είχε κινηθεί μεθοδικά οικοδομώντας έναν οικονομικό παράδεισο. Τα θεμελιώδη μεγέθη της κυπριακής οικονομίας είναι σε πολύ καλύτερη μοίρα από αυτά της Ελλάδος. Για την ακρίβεια, τα δημόσια οικονομικά της Κύπρου δεν έχουν καμία σχέση με αυτά του υπόλοιπου ευρωπαϊκού νότου. Τότε λοιπόν, τι ακριβώς έφταιξε και ξαφνικά εμφανίστηκαν στο προσκήνιο μνημόνια, τρόικα, ΔΝΤ, υποχρεωτική δήμευση καταθέσεων και κατάρρευση τραπεζών; Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή:

Η Κύπρος επένδυσε πολλά και στήριξε την ευημερία της εν πολλοίς στον τραπεζικό της τομέα, εξελισσόμενη σταδιακά στην «Ελβετία» της ανατολικής Μεσογείου. Οι εμπορικές τράπεζες της Κύπρου εξελίχθηκαν σε ασφαλές καταφύγιο πελατών προερχόμενων από την ανατολική Ευρώπη λόγω του ευνοϊκού φορολογικού καθεστώτος για πρόσωπα και επιχειρήσεις αλλά και της σχετικής ευκολίας με την οποία γίνονταν δεκτές οι καταθέσεις αυτές. Η Κύπρος απέκτησε σχετικά προνομιακή σχέση με τη Ρωσία και απέκτησε σημαντική τεχνογνωσία στην προσέλκυση καταθέσεων από τη χώρα αυτή. Έτσι σταδιακά (και ιδιαίτερα μετά το 2000) ο τραπεζικός τομέας γιγαντώθηκε και έφτασε να είναι οκτώ φορές το μέγεθος της κυπριακής οικονομίας, ένα μέγεθος ανησυχητικά μεγάλο για μια οικονομία χωρίς δικό της νόμισμα.

Η σημερινή κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος της Κύπρου δεν αποτελεί κάτι το ιδιαίτερο ή το πρωτοφανέρωτο. Η βασική οικονομική αρχή που κρύβεται πίσω από τραπεζικές καταρρεύσεις εξακολουθεί και ισχύει. Μια τράπεζα δέχεται βραχυχρόνιες τοποθετήσεις καταθέσεων προκειμένου με τη σειρά της να δανείσει τα χρήματα αυτά. Οι καταθέσεις των πολιτών αποτελούν δάνειο προς την τράπεζα το οποίο είναι έντοκο, άρα η τράπεζα οφείλει να βρει χρήματα να αποζημιώσει τους καταθέτες για την εμπιστοσύνη τους. Οι καταθέσεις των περισσοτέρων από εμάς είναι ανοικτές, δηλαδή ανά πάσα στιγμή μπορεί ο καθένας μας να πάει και να σηκώσει τα χρήματα του, για αυτό και τα επιτόκια καταθέσεων είναι συνήθως χαμηλά. Για να μπορέσει η τράπεζα να πληρώσει τους τόκους καταθέσεων, να καλύψει τις λειτουργικές τις δαπάνες (από 2% έως 6% ενός δανειακού επιτοκίου αφορά στην κάλυψη λειτουργικών δαπανών) και να βγάλει κέρδη για τους μετόχους, χρειάζεται να προβεί σε τοποθετήσεις (δάνεια, αγορά χρεογράφων και άλλων αξιών) που να τις αποφέρουν μεγαλύτερες αποδώσεις από τις καταθέσεις των πελατών. Οι τοποθετήσεις αυτές είναι κατά κανόνα πιο μακροχρόνιες και χαμηλής ρευστότητας (illiquid assets). Οι τράπεζες κατορθώνουν και επιβιώνουν ακολουθώντας συνετή και συντηρητική διαχείριση των χρημάτων που τους εμπιστεύονται οι πελάτες τους, διότι το μέγιστο αγαθό που διαθέτει μια τράπεζα είναι η εμπιστοσύνη των πελατών της και η φήμη της.

Ο μηχανισμός κατάρρευσης των κυπριακών τραπεζών δεν διαφέρει σε κάτι από την κατάρρευση των επενδυτικών τραπεζών των ΗΠΑ που προκάλεσαν το οικονομικό τσουνάμι του 2008. Οι κυπριακές τράπεζες προσέλκυσαν καταθέσεις σε ύψος πολλές φορές μεγαλύτερο από την οικονομία της χώρας. Όλο αυτό το χρήμα κάπου έπρεπε να τοποθετηθεί για να αποδίδει έσοδα για την τράπεζα. Η αγορά κρατικών ομολόγων εθεωρείτο μια συντηρητική τοποθέτηση χαμηλού ρίσκου και υψηλής ρευστότητας. Τα ελληνικά ομόλογα μετά το σοκ του 2008 αλλά πριν την ελληνική χρεοκοπία θεωρούνταν ιδιαιτέρως ελκυστικά διότι έδιδαν υψηλές αποδόσεις και ήταν πλήρως και άμεσα ρευστοποιήσιμα μέσω της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Όταν όμως ήρθε το πολύ μεγάλο κούρεμα των ελληνικών ομολόγων τότε ξαφνικά οι κυπριακές τράπεζες βρέθηκαν με τεράστιες υποχρεώσεις ως προς του καταθέτες τους και ταυτόχρονη κατοχή απαξιωμένων και χαμηλής ρευστότητας αξίες (illiquid assets). Και όταν ένα σύστημα είναι μοχλευμένο σε τόσο μεγάλο βαθμό όπως οι κυπριακές τράπεζες (8 φορές το ΑΕΠ της Κύπρου) τότε αρκεί η παραμικρή δόνηση για να σε στείλει στο γκρεμό (βλέπε Lehman Brothers).

Φυσικά, το πρόβλημα έχει και άλλες πτυχές. Καταρχήν, θα μπορούσε κάποιος να επισημάνει ότι και άλλες χώρες έχουν επιχειρήσει παρόμοια επέκταση του τραπεζικού τους τομέα χωρίς ποτέ να υφίστανται τέτοιες επιπτώσεις (Ελβετία). Η απάντηση εδώ είναι ότι αφενός υπήρξαν επιπτώσεις, αφού και η Ισλανδία (τράπεζες 10 φορές το ΑΕΠ της χώρας) και η Ιρλανδία (τράπεζες 4 φορές το ΑΕΠ της χώρας, μια μόνο τράπεζα η AngloIrish αντιπροσώπευε το μισό ΑΕΠ της Ιρλανδίας) χρεοκόπησαν.  Η δε Ελβετία διαθέτει δικό της νόμισμα (και άρα έχει στη διάθεση της όλα τα εργαλεία νομισματικής πολιτικής που Ιρλανδία και Κύπρος λόγω ευρώ δεν διαθέτουν) ενώ ιστορικά αποτελεί ασφαλές καταφύγιο όπως περίπου οι τοποθετήσεις σε χρυσό. Επιπρόσθετα, ακόμα και η Ελβετία έχει λάβει μέτρα ελέγχου του ύψους και της προέλευσης των καταθέσεων της μετά τα απανωτά κρούσματα φοροδιαφυγής τα οποία είδαν το φως της δημοσιότητας. Όπως προείπαμε, η φήμη και η εμπιστοσύνη της τράπεζας αποτελούν το ύψιστο εφόδιο της.

Η άσκηση νομισματικής πολιτικής μας φέρνει μπροστά σε ένα άλλο ερώτημα: γιατί η Κύπρος επέλεξε να εισέλθει στη ζώνη του Ευρώ; Πέρα από τους όποιους λόγους άσκησης εξωτερικής πολιτικής, ένα προφανές όφελος για τις κυπριακές τράπεζες υπήρξε η πρόσβαση τους στο χρηματοδοτικό μηχανισμό της ΕΚΤ. Με την είσοδο στο Ευρώ οι κυπριακές τράπεζες απέκτησαν το δικαίωμα προεξόφλησης τρόπον τινά, των κρατικών χρεογράφων που κατείχαν έναντι φρέσκου χρήματος. Επιπρόσθετα, η λειτουργία του τραπεζικού συστήματος με τη χρήση ενός νομίσματος παγκοσμίου εμβελείας ενίσχυσε τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα των κυπριακών τραπεζών. Όμως και σε αυτήν την περίπτωση οι λήπτες της απόφασης αγνόησαν τους κινδύνους που ελλόχευαν από μια τέτοια κίνηση (για περισσότερα σχετικά με το ευρώ δες http://vonfalkenheyn.blogspot.gr/2011/11/eurozone-as-vehicle-towards-german.html ).

Έτσι λοιπόν τα πράγματα εξελίχθηκαν ως εξής: Η Κύπρος επένδυσε πολλά στον τραπεζικό της τομέα ο οποίος προσέλκυσε σημαντικές καταθέσεις από το εξωτερικό. Η είσοδος στο Ευρώ βοήθησε στην περεταίρω μεγέθυνση αυτών των τάσεων. Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου δεν έλαβε κάποια πρόνοια για την τιθάσευση αυτής της τάσης και έτσι το τραπεζικό σύστημα της Κύπρου βρέθηκε επικίνδυνα μοχλευμένο. Αρκούσε ένας τυχαίος εξωγενής τριγμός προκειμένου να αποσταθεροποιηθεί το οικοδόμημα. Το κούρεμα των ελληνικών ομολόγων συσσώρευσε σημαντικές ζημιές στις κυπριακές τράπεζες οι οποίες ξαφνικά βρέθηκαν να έχουν τεράστιες υποχρεώσεις προς καταθέτες με ταυτόχρονη κατοχή απαξιωμένων και μη ρευστοποιήσιμων αξιών, ενώ δεν διέθεταν το δίχτυ ασφαλείας μιας ανεξάρτητης νομισματικής πολιτικής. Δεν υπάρχει για την Κύπρο, όπως δεν υπήρξε και για την Ελλάδα, ένας δανειστής έκτακτης ανάγκης (lender of last resort) που είναι η κεντρική τράπεζα μιας χώρας.

Εν τέλει, η Κύπρος βρέθηκε μπροστά σε ασφυκτικά διλλήματα. Οι Γερμανοί, έχοντας το πορτοφόλι φαίνεται να είναι διατεθειμένοι να πιέσουν πολύ σκληρά εφαρμόζοντας το νόμο του Shylock. Δεν θα πρέπει να παραβλέπουμε ότι ενόχλησε ιδιαίτερα το γεγονός πως, η Κύπρος, αν και μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας, έχει αναπτύξει στενούς δεσμούς με τη Ρωσία. Σε ένα παιχνίδι ισχύος μεταξύ μεγάλων δυνάμεων οι μικροί παίκτες θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στις κινήσεις τις οποίες κάνουν. Οι γερμανοί απαιτούν αυτή τη στιγμή ίδια συμμετοχή της Κύπρου στη διάσωση του τραπεζικού της τομέα ύψους 5,8 δις Ευρώ τουλάχιστον (κυκλοφόρησαν νούμερα πλησίον των 7 δις). Αν το ποσό αυτό επιβαλλόταν σε φόρους επί της κυπριακής οικονομίας αυτό θα είχε καταστρεπτικές συνέπειες (το ποσό αυτό αντιπροσωπεύει από το ¼ έως το 1/3 του κυπριακού ΑΕΠ). Αν το ποσό αυτό επιβληθεί επί δικαίων και αδίκων όπως επιχειρήθηκε στην αρχή, τότε, πέρα από το άδικο της κοινωνικοποίησης του ρίσκου των τραπεζών (τα κέρδη δικά μας, οι ζημιές δίκες σας), είναι βέβαιο ότι θα προκληθεί τραπεζικός πανικός ανυπολόγιστων, αυτή τη στιγμή, συνεπειών. Αν επιβληθεί επί των μεγαλοκαταθετών όπως επιχειρείται τώρα, αυτό θα δυσαρεστήσει τη Ρωσία, θα καταστρέψει μακροπρόθεσμα τον τραπεζικό τομέα της Κύπρου, ενώ δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ρωσία έχει δανείσει 2,5 δις Ευρώ διακρατικά στην Κύπρο.

Σίγουρα είναι πάρα πολύ νωρίς σε σχέση με ένα εξελισσόμενο φαινόμενο να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα για το τι μέλει γενέσθαι. Ως επιμύθιο αυτού του κειμένου, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο μύθος του Δαίδαλου και του Ίκαρου: Ο Ίκαρος πέταξε πολύ ψηλά, έλιωσαν τα φτερά του από τον ήλιο και έπεσε. Ο Paul Krugman γράφει στο βιβλίο του “The return of depression economics and the crisis of 2008” ότι η παραδοσιακή τραπεζική (commercial banking) είναι (και πρέπει να είναι) κατά κανόνα βαρετή: οι τραπεζίτες επειδή διαχειρίζονται χρήματα καταθετών θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και συντηρητικοί στις τοποθετήσεις τους. Είναι ίσως δύσκολο για τον κόσμο να κατανοήσει πως η ύπαρξη τόσο υψηλών καταθέσεων μπορεί να αποτελέσει πρόβλημα. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι οι καταθέσεις συνιστούν υποχρέωση της τράπεζας που οφείλει ανά πάσα στιγμή να αποδώσει πίσω. Η Κύπρος, θα περάσει σίγουρα δύσκολες ώρες. Βραχυπρόθεσμα είναι αρκετά πιθανό να προκληθεί κάποιας μορφής απώλεια εμπιστοσύνης προς το τραπεζικό σύστημα. Ακόμα όμως και όταν αυτό ορθοποδήσει, η τρωθείσα εμπιστοσύνη των αποταμιευτών (εγχώριων και ξένων) θα πάρει σεβαστό χρονικό διάστημα για να αποκατασταθεί, εάν ποτέ αποκατασταθεί πλήρως. Το μερίδιο ευθύνης της Κύπρου συνίσταται στο ότι η κεντρική της τράπεζα δεν προσπάθησε να συγκρατήσει το φαινόμενο πριν αυτό λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις αν και διέθετε και την τεχνογνωσία και τα εργαλεία για να το πράξει. Η Κύπρος επηρεάστηκε από την έκθεση της στην ελληνική οικονομία πλην όμως, το διαφαινόμενο ναυάγιο και το κούρεμα εν τέλει των ελληνικών ομολόγων είχε διαφανεί εγκαίρως. Το μερίδιο ευθύνης της Γερμανίας συνίσταται στο ότι θεωρεί πως μπορεί να ελέγξει τυχόν αποσταθεροποιητικά φαινόμενα που μπορούν να προκληθούν από ενδεχόμενο κυπριακό ατύχημα. Η Lehman Brothers όταν κατέρρευσε ατάκτως δεν ήταν η μεγαλύτερη επενδυτική τράπεζα στις ΗΠΑ, αλλά η απώλεια εμπιστοσύνης που προκάλεσε μεταδόθηκε σε όλο τον πλανήτη. Είναι επομένως αρκετά επικίνδυνο να παίζεις κατ’ αυτόν τον τρόπο με τη φωτιά. Δυστυχώς για την Κύπρο, βρέθηκε εξαιρετικά ευάλωτη εντός συγκρουόμενων τεκτονικών πλακών: από τη μια υπάρχουν οι ηγεμονικές φιλοδοξίες της Γερμανίας οι οποίες εκδηλώνονται μέσω του ελέγχου των ευρωπαϊκών θεσμών (institutional hegemonism). Από την άλλη έχουμε τις αναγεννημένες φιλοδοξίες της Ρωσίας η οποία προσπαθεί να διεμβολήσει ποικιλοτρόπως τον ευρωπαϊκό χώρο. Η Κύπρος προσπάθησε να ισορροπήσει σε τεντωμένο σχοινί μεταξύ των δύο και τελικά κατέπεσε, όχι άμοιρη ευθυνών και η ίδια.     

24 Αυγ 2012

Οικονομική Ύφεση Τύπου W και η Ελληνική Πραγματικότητα


Πρόσφατα, ο διάσημος για την «δραματική» πρόβλεψη της οικονομικής κρίσης οικονομολόγος Nouriel Rubini, προέβει στην εκτίμηση ότι το 2013 θα είναι το έτος της τέλειας οικονομικής καταιγίδας. Οι λόγοι που σύμφωνα με τον ίδιο θα οδηγήσουν εκεί είναι η αναιμική ανάκαμψη από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 που οδήγησε σε ανάπτυξη κατώτερη των προσδοκιών. Η ανάπτυξη που σημείωσαν οι ισχυρότερες οικονομίες του κόσμου (με εξαίρεση την Κίνα για την οποία θα αναφερθούμε ειδικότερα παρακάτω) υπήρξε κατώτερη των προσδοκιών και δεν κατόρθωσε να αντιμετωπίσει αποτελεσματική την αυξημένη ανεργία. Ο πακτωλός χρημάτων που οι δυτικές οικονομίες σπατάλησαν με άκριτο τρόπο προκειμένου να διασωθεί το χρηματοπιστωτικό τους σύστημα οδήγησαν σε υπέρογκη αύξηση των κρατικών χρεών χωρίς αυτά τα κεφάλαια να οδηγήσουν στη δυναμική αναθέρμανση της οικονομίας. Ναι μεν απεφεύχθη μια συστημική κατάρρευση του συστήματος, πλην όμως η πυροσβεστική φύση των μέτρων που ελήφθησαν ίσως οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα από αυτά που υποτίθεται ότι θεράπευσε. Η παγίδα ρευστότητας[1] στην οποία βρίσκονται σήμερα οι δυτικές οικονομίες σε συνδυασμό με μεγάλες ανισορροπίες στα ισοζύγια πληρωμών τους, οδηγεί δυνητικά την παγκόσμια οικονομία σε επικίνδυνες ατραπούς.

Μια από τις αθέατες πλευρές της οικονομικής κρίσης η οποία είναι δύσκολο να γίνει ευρύτερα κατανοητή είναι οι μεγάλες ανισορροπίες σε παγκόσμιο επίπεδο των ισοζυγίων πληρωμών. Και είναι δύσκολο να γίνει κατανοητό γιατί η ίδια η λέξη «ισοζύγιο» υποδηλώνει ισορροπία ανάμεσα σε δύο μεγέθη. Άρα πως είναι δυνατόν ένα ισοζύγιο να δημιουργεί προβλήματα; Πολύ απλοϊκά, το ισοζύγιο πληρωμών μιας χώρας αποτελείται από διάφορους «λογαριασμούς» οι οποίοι μεταξύ τους πάντα ισοσκελίζουν. Εκεί θα βρούμε το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που περιλαμβάνει το πιο γνωστό σε όλους εμπορικό ισοζύγιο (εξαγωγές μείον εισαγωγές), το ισοζύγιο υπηρεσιών (τουρισμός και λοιπές υπηρεσίες), ισοζύγιο εισοδημάτων (π.χ. εισπράξεις αμοιβών, μισθών, τόκων, μερισμάτων κ.α από και προς την αλλοδαπή) και το ισοζύγιο τρεχουσών μεταβιβάσεων (μεταβιβάσεις από Ε.Ε. , μεταναστευτικά εμβάσματα κ.α.). Υπάρχει όμως και το ισοζύγιο χρηματοοικονομικών συναλλαγών το οποίο μετράει τις ροές άμεσων ξένων επενδύσεων (π.χ. άνοιγμα μια ελληνικής επιχείρησης στη Βουλγαρία μείον το άνοιγμα μιας ξένης επιχείρησης στην Ελλάδα), τις ροές χαρτοφυλακίου (απαιτήσεις, κατοχή για παράδειγμα γερμανικών ομολόγων και υποχρεώσεις, κατοχή ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου από αλλοδαπούς), ροές λοιπών επενδύσεων (εδώ εντάσσονται οι εγγυήσεις ή άλλα δάνεια της γενικής κυβέρνησης) καθώς και μεταβολή συναλλαγματικών διαθεσίμων.

Μπερδευτήκατε; Το μόνο σίγουρο! Ας πάμε να τα δούμε αναλυτικά ένα προς ένα εξηγώντας και τη συσχέτιση τους με το ελληνικό πρόβλημα. Η Ελλάδα ως γνωστόν είναι μια χώρα που διαρκώς παράγει ελλείμματα για λόγους οι οποίοι έχουν εκτενώς καταγραφεί. Τα έσοδα είναι συνεχώς χαμηλότερα από τις δαπάνες και για να καλυφθεί το κενό και να είναι συνεπής η χώρα προς τις υποχρεώσεις της προβαίνει σε δανεισμό. Είναι όμως μόνο αυτό το πρόβλημα;

α) Εμπορικό Ισοζύγιο: Εξαγωγές μείον Εισαγωγές. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που εισάγει μια πληθώρα αγαθών (από καύσιμα και φάρμακα έως επεξεργασμένα και ακατέργαστα τρόφιμα όπως π.χ. Ουκρανικό σιτάρι). Το έλλειμμα εδώ έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια της κρίσης κυρίως γιατί η αγοραστική δύναμη του κόσμου έχει ελαττωθεί και όχι εξαιτίας κάποιας δραστικής τόνωσης των εξαγωγών.

β) Ισοζύγιο Υπηρεσιών: Εδώ εξαιτίας του τουρισμού διασώζεται η παρτίδα αλλά υπηρεσίες αποτελούν και οι σπουδές στο εξωτερικό καθώς και οι υπηρεσίες υγείας. Τις εποχές οικονομικής ευμάρειας όπου στα Βρετανικά πανεπιστήμια υπήρχαν περίπου 35.000 Έλληνες φοιτητές τα εμβάσματα σπουδών ανέρχονταν στο ύψος του 1 δις Ευρώ ετησίως. Αυτό «κόβει» το πλεόνασμα από τον τουρισμό κατά το αντίστοιχο ποσό.

γ) Ισοζύγιο Εισοδημάτων: Κάποιος Έλληνας εργάζεται στο εξωτερικό για ξένη εταιρεία και καρπώνεται κάποια αμοιβή την οποία φέρνει στην Ελλάδα. Αντίστοιχα, κάποιος αλλοδαπός αμείβεται στην Ελλάδα ή λαμβάνει τόκους, μερίσματα ή κέρδη και την πρόσοδο αυτή την μεταβιβάζει στο εξωτερικό.

δ) Τρέχουσες Μεταβιβάσεις: Τα διάφορα «ευρωπάκετα» (Ντελόρ, ΕΣΠΑ κ.α.) περιλαμβάνονται στο θετικό πρόσημο αυτού του ισοζυγίου. Τα μεταναστευτικά εμβάσματα που έρχονται στην Ελλάδα αποτελούν συν. Τα εμβάσματα των μεταναστών που διαβιούν στη χώρα μας αποτελούν μείον.

Πάμε τώρα στο Ισοζύγιο Χρηματοοικονομικών Συναλλαγών:

α) Άμεσες Επενδύσεις: οι επιχειρήσεις μας που φεύγουν για τη Βουλγαρία, οι τράπεζες που ανοίγουν θυγατρικές στα Βαλκάνια είναι χρήμα που φεύγει από την Ελλάδα (που μπορεί μελλοντικά να αποφέρει εισόδημα εντός της Ελλάδας μπορεί και όχι). Το ΙΚΕΑ, τo Lidl κ.α. αποτελούν χρήματα που μπαίνουν στη χώρα. Το πόσο παραγωγικές είναι αυτές οι επενδύσεις και ποιος ωφελείτε από αυτές είναι μια άλλη μεγάλη ιστορία που δεν είναι επί του παρόντος.

β) Επενδύσεις χαρτοφυλακίου: Εδώ ερχόμαστε στο ζουμί της υποθέσεως. Όταν η κυβέρνηση παράγει έλλειμμα αναγκάζεται να δανειστεί μέσω της έκδοσης ομολόγων. Τα ομόλογα που κατέχουν αλλοδαποί, ο εξωτερικός δανεισμός της χώρας (στην περίπτωση της Ελλάδας άνω του 90% του χρέους της) αποτελεί υποχρέωση (liability) το οποίο εκτός των άλλων έχει επίπτωση στο ισοζύγιο εισοδημάτων όταν η χώρα καλείται να πληρώσει τόκους.

Πάμε τώρα να συνδέσουμε όλα τα παραπάνω με το ελληνικό πρόβλημα. Επί δραχμής όλη αυτή η κατάσταση παραγωγής ελλειμμάτων και συνεχούς δανεισμού ελεγχόταν τεχνηέντως με τη χρήση νομισματικής πολιτικής. Η υποτίμηση της δραχμής καθιστούσε μεν ακριβότερη την εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους, αλλά έκανε και πιο ακριβές τις εισαγωγές προστατεύοντας έτσι την εγχώρια παραγωγή. Ο τουρισμός ήταν φθηνότερος και οι σπουδές στο εξωτερικό απαγορευτικές για τους περισσότερους. Η Ελλάδα δεν είχε μετανάστες, αντίθετα λάμβανε μεγάλα ποσά από ναυτιλιακά και μεταναστευτικά εμβάσματα καθώς και πλούσια (και εν πολλής ανεξέλεγκτα τον πρώτο καιρό) «ευρωπακέτα». Παρότι ο εξωτερικός δανεισμός ήταν σαφώς πιο δύσκολος και δαπανηρός πριν το ευρώ, υπήρχε πάντα το πιεστήριο της τράπεζας της Ελλάδας προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες ρευστότητας της κυβέρνησης. Αυτά όλα σε συνδυασμό με μια κρατικού τύπου προστατευτική οικονομία με μεγάλους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων καθώς και στην ιδιωτική πίστωση, κατόρθωναν να προσδώσουν έναν αέρα επίπλαστης ευημερίας στον κόσμο. Ο κόσμος ένιωθε ότι είχε «λεφτά» στα χέρια του, άλλο που αυτά τα χρήματα έχαναν κάθε χρόνο άνω του 10% της αγοραστικής τους δύναμης. Η ελεγχόμενη διολίσθηση της δραχμής επέτρεπε το κρύψιμο των προβλημάτων κάτω από το χαλί.

Με την είσοδο μας στο ευρώ, ουσιαστικά μας αφαιρέθηκε η δυνατότητα να κρύβουμε τα προβλήματα μας. Αντίθετα, η Ελλάδα βρέθηκε ξαφνικά στη χώρα του παραμυθιού όπου μέσα σε μια νύχτα μπορούσε να δανειστεί σε σκληρό νόμισμα με όρους Γερμανίας χωρίς να ανησυχεί για τον πληθωρισμό. Στην Ελλάδα, εισήλθε φθηνό δανεικό χρήμα το οποίο μετατράπηκε σε μισθούς, ιδιωτική πίστωση και κατανάλωση εισαγόμενων προϊόντων. Όπως έχουμε ξαναπεί, το Ευρώ είναι ένα νόμισμα κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της Γερμανίας, κάτι το οποίο ήταν γνωστό (ή που θα έπρεπε να ήταν γνωστό στην ηγεσία μας) όταν με τη θέληση μας εισήλθαμε εντός της ζώνης του. Η Γερμανία, εφαρμόζοντας πρακτικές συγκράτησης και περιστολής του μισθολογικού κόστους πέτυχε πολλαπλά οφέλη: αφενός περιόρισε την εγχώρια κατανάλωση και άρα την ανάγκη για εισαγωγές, ενίσχυσε τη ροπή προς αποταμίευση των πολιτών της και ενίσχυσε την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών της (μέσω φυσικά και της επένδυσης σε τεχνολογικές καινοτομίες στην παραγωγή). Όσο αυξάνονταν τα ελλείμματα χωρών όπως της Ελλάδας τόσο αυξανόταν η ισχύς της γερμανικής οικονομίας αφού στην παγκόσμια οικονομία το έλλειμμα (εμπορικό ή άλλο) του ενός είναι το πλεόνασμα κάποιου άλλου. Η Γερμανία, με πλεόνασμα αποταμίευσης και εξαγωγών μπόρεσε να κατακλύσει τον Ευρωπαϊκό νότο με φθηνό χρήμα αγοράζοντας Ισπανικά, Ιταλικά, Ελληνικά ομόλογα. Αυτό με τη σειρά του υπέσκαπτε όλο και περισσότερο τις αδύναμες στον τομέα της παραγωγικότητας οικονομίες του νότου. Αυτό συνέβη όχι μόνο με τη Γερμανία, αλλά και με την Κίνα για παράδειγμα, η οποία διατηρεί ένα τεράστιο εμπορικό πλεόνασμα σε σχέση με τις Η.Π.Α. το οποίο στη συνέχεια επενδύει αγοράζοντας ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου διατηρώντας έτσι το αμερικανικό δολάριο υψηλά και το δικό της νόμισμα χαμηλά με αποτέλεσμα να διατηρεί χαμηλές τις τιμές των εξαγόμενων προϊόντων της. Όμως, η παρούσα κρίση έχει φανερώσει αυτές τις ανισορροπίες καταδεικνύοντας την αστάθεια που αυτές προκαλούν στην παγκόσμια οικονομία.

Η προσπάθεια αντιμετώπισης των προβλημάτων του Νότου μέσω αποπληθωριστικών πολιτικών που τροφοδοτούν μια ολοένα και μεγαλύτερη ύφεση είναι αδιέξοδες. Η Γερμανία δεν μπορεί να ελπίζει ότι θα διατηρήσει για πάντα το εμπορικό της πλεόνασμα στα σημερινά του επίπεδα, κρατώντας ταυτόχρονα την εγχώρια κατανάλωση της σε χαμηλά επίπεδα και υπαγορεύοντας στους υπόλοιπους καταστροφικές πολιτικές ακραίας λιτότητας. Διότι, όταν θα καταστραφούν οι αγορές στις οποίες πουλάς τα προϊόντα σου και χρεοκοπήσουν άτακτα οι οικονομίες τις οποίες δανείζεις με επαχθείς όρους, τότε δεν θα έχεις σε ποιόν να πουλήσεις. Και επιπρόσθετα, αν όλες οι χώρες ακολουθήσουν πολιτική περιστολής της εγχώριας κατανάλωσης και εμπορικού προστατευτισμού, τότε θα οδηγηθούμε σε πολύ άσχημες καταστάσεις όπου θα υπάρχουν μόνο χαμένοι. Ο οικονομικός εθνικισμός με τη μορφή που αυτός εκφράζεται από τη Γερμανία και άλλες χώρες του βορρά σήμερα θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στη διάλυση του Ευρώ. Φυσικά όλα τα παραπάνω δεν αποτελούν συγχωροχάρτι για τις αμαρτίες που επί δεκαετίες διέπραξαν οι ελληνικές κυβερνήσεις συσσωρεύοντας αλόγιστα χρέος το οποίο κατασπαταλήθηκε σε εφήμερες απολαύσεις.

Η ανεμική ανάπτυξη των προηγμένων οικονομιών, η παγίδα ρευστότητας στην οποία έχουν περιπέσει, το μεγάλο ύψος δημοσίου χρέους και η επιβολή λιτότητας για την αποπληρωμή του καθώς και οι μεγάλες ανισορροπίες εντός των ισοζυγίων πληρωμών τους αποτελούν συστατικά που μπορεί το 2013 να οδηγήσουν σε νέα παγκόσμια ύφεση. Μέσα σε αυτό το ζοφερό περιβάλλον, το ήδη δύσκολο ελληνικό πρόβλημα αποκτά μελανότερες διαστάσεις. Σε μια ευρωζώνη η όποια κυριαρχείται από δυνάμεις προστασίας του εθνικού οικονομικού συμφέροντος με κάθε κόστος, είναι δύσκολο να προκύψουν ουσιαστικές λύσεις ως προς το ελληνικό θέμα. Η Ελλάδα ουσιαστικά χρειάζεται περεταίρω διαγραφή του χρέους της, επιμήκυνση του παρόντος προγράμματος και ένα ειδικό ευρωπαϊκό αναπτυξιακό πρόγραμμα. Σε αντίθεση με το ΕΣΠΑ όμως το νέο αυτό πρόγραμμα θα το διαχειρίζεται απευθείας η επιτροπή οικονομικού ελέγχου (ακριβώς όπως είχε συμβεί με το σχέδιο Marshal στην Ελλάδα τη δεκαετία του 50) χωρίς καμία παρέμβαση των ελληνικών αρχών. Επειδή όμως όλα τα παραπάνω δεν διαφαίνονται στον ορίζοντα δεν βλέπω πως θα αποφύγουμε κάποια ριζοσπαστική λύση όπως η έξοδος μας από το Ευρώ. Αναγκαζόμαστε συνεχώς να παίρνουμε μέτρα λιτότητας τα οποία οδηγούν σε βαθύτερη ύφεση η οποία φέρνει νέα μέτρα. Η ύφεση μειώνει το ΑΕΠ και τα έσοδα καθιστώντας αδύνατη την αποπληρωμή των χρεών τα οποία αυξάνουν. Αυτός ο κύκλος συνεχίζει με αμείωτη ένταση προς τα κάτω, ώσπου κάποια στιγμή θα χτυπήσουμε με φόρα τον πάτο του βαρελιού. 

Η ενδεχόμενη άτακτη χρεοκοπία της Ελλάδας, παρότι η οικονομία της αντιπροσωπεύει μικρό ποσοστό της Ευρωπαϊκής και ακόμα μικρότερο της παγκόσμιας, δύναται να αποτελέσει τη θρυαλλίδα ευρύτερων αρνητικών εξελίξεων. Και εδώ το πρόβλημα δεν είναι τα νούμερα ή οι ζημιές των επενδυτών αλλά περισσότερο ο ψυχολογικός παράγοντας και η αβεβαιότητα που θα προκαλέσουν καταστροφικά σεισμικά κύματα. Η πολύ πρόσφατη ιστορία αυτής της κρίσης μας έχει διδάξει ότι και στην περίπτωση της Lehman Brothers οι εποπτικές αρχές θεωρούσαν αφενός διαχειρίσιμη την άτακτη χρεοκοπία της και αφετέρου ηθικοπλαστικά ωφέλιμη (δείτε τι παθαίνουν αυτοί που αναλαμβάνουν επικίνδυνα ρίσκα). Σημασία δεν έχει τι συνέβη μετά, αλλά το τι θεωρούσαν οι λήπτες της απόφασης ως σωστό εκείνη τη στιγμή. Και στην περίπτωση της χώρας μας, πληθαίνουν οι φωνές που θεωρούν διαχειρίσιμη την έξοδο μας από το ευρώ αλλά και ηθικά ωφέλιμη. Προσωπικά δεν είμαι θιασώτης των άκριτων διασώσεων χωρών, τραπεζών, επιχειρήσεων ή ατόμων διότι πιστεύω ότι αυτό στέλνει τα λάθος μηνύματα προς τα έξω. Αυτός που έλαβε τη λάθος απόφαση, πήρε το λάθος ρίσκο ουσιαστικά γνωρίζει ότι δεν θα έχει καμία συνέπεια για τις πράξεις του αφού πάντα θα υπάρχει ένα δίχτυ ασφαλείας. Πλην όμως, η ολοκληρωτική καταστροφή αυτού δεν αποτελεί λύση και αντίθετα επιτείνει τα προβλήματα. Αρχικά, θα έπρεπε να είχαν ληφθεί εγκαίρως όλα εκείνα τα μέτρα διάτρησης της χρηματοπιστωτικής φούσκας που έσκασε απότομα και οδήγησε την παγκόσμια οικονομία σε τρομακτικές ζημιές από το 2008 και έπειτα. Ο Keynes έλεγε ότι η περίοδος ανάπτυξης είναι η εποχή όπου επιβάλεις φόρους και μειώνεις τις δαπάνες και η ύφεση είναι η εποχή όπου χαμηλώνεις τους φόρους και αυξάνεις τις δαπάνες. Εν συνεχεία, θα πρέπει να αναζητηθούν τα μέτρα εκείνα τα οποία θα ανακουφίσουν το πρόβλημα και δεν θα το επιτείνουν. Η διάσωση της Ελλάδος θα έπρεπε να αποτελέσει μια πρώτης τάξεως αφορμή για την ισχυρότερη ευρωπαϊκή οικονομική διακυβέρνηση μέσω της υιοθέτησης ευρωομολόγων και μεταστροφής της ΕΚΤ σε δανειστή τελευταίου καταφυγίου. Η διάσωση μέσω της ισχυροποίησης της οικονομικής διακυβέρνησης της ευρωζώνης δεν θα αποτελούσε άκριτη διάσωση ούτε περίπτωση ηθικού κινδύνου (moral hazard) αφού και πάλι θα περιελάμβανε επώδυνες προσαρμογές του ελληνικού οικονομικού μοντέλου. Όμως κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει ελεγχόμενα και με δίχτυ ασφαλείας και όχι μέσα σε ένα καθεστώς ακραίου φόβου και αβεβαιότητας. Διότι μπορεί ασφαλώς ένα μεγάλο μέρος του φταιξίματος να ανήκει στην Ελλάδα η οποία ζήτησε και διαχειρίστηκε τα δάνεια, αλλά και η Γερμανία ωφελήθηκε σε μεγάλο βαθμό από τα ελληνικά και γενικότερα νοτιοευρωπαϊκά ελλείμματα. Όπως πάντα στη ζωή τα προβλήματα δεν είναι μονοδιάστατα, ούτε άσπρο – μαύρο. Ο φόβος, η αβεβαιότητα και η ασύμμετρη/ελλιπής γνώση όμως μπορούν να οδηγήσουν ορθολογικά σκεπτόμενους λήπτες αποφάσεων σε καταστροφικές αποφάσεις.

I want to say, and this is very important: at the end we lucked out. It was luck that prevented nuclear war. We came that close to nuclear war at the end. Rational individuals: Kennedy was rational; Khrushchev was rational; Castro was rational. Rational individuals came that close to total destruction of their societies. And that danger exists today.

Robert McNamara αναφερόμενος στην πυραυλική κρίση της Κούβας                


[1] Μια οικονομία εισέρχεται σε παγίδα ρευστότητας όταν τα επιτόκια της κεντρικής τράπεζας είναι μηδενικά ή πλησιάζουν στο μηδέν και παρά την φθηνή προσφορά χρήματος η αναθέρμανση της οικονομίας δεν επιτυγχάνεται

21 Μαΐ 2012

“The lamps are going out all over Europe. We shall not see them lit again in our time”


“The lamps are going out all over Europe. We shall not see them lit again in our time”[1]

Ο Otto von Bismarck, καγκελάριος της Γερμανίας (1862 – 1890) και εκφραστής στην πράξη του Realpolitik, είχε διατυπώσει την άποψη ότι αν συμβεί ένας πόλεμος στην Ευρώπη αυτό θα οφείλεται σε κάποιο τυχαίο γεγονός (silly thing) στα Βαλκάνια. Πράγματι, o Bismarck υπήρξε προφητικός αφού ένα τυχαίο γεγονός (δολοφονία του διαδόχου του Αυστριακού θρόνου) υπήρξε η αφορμή για την έκρηξη του Α΄ παγκοσμίου πολέμου, του πρώτου ολοκληρωτικού πολέμου στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ο Bismarck βέβαια υπήρξε αδιαμφισβήτητα ηγέτης μεγάλου βεληνεκούς και είχε την ικανότητα και τη διορατικότητα να διατηρεί σε ισορροπία τους συσχετισμούς ισχύος στην Ευρώπη. Δυστυχώς στις μέρες μας, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο παρατηρείται εντυπωσιακό έλλειμμα ηγεσίας, πράγμα το οποίο μπορεί να αποβεί καταλυτικό τόσο ως προς τη συχνότητα εμφάνισης ιστορικών ατυχημάτων, όσο και ως προς τη διαχείριση τους. Ο Α΄ παγκόσμιος πόλεμος εκκίνησε πράγματι από ένα τυχαίο γεγονός, σε μεγάλο βαθμό και εξαιτίας του γεγονότος ότι οι ηγεσίες τις εποχής απεδείχθησαν πολύ κατώτερες των περιστάσεων και δεν μπόρεσαν να διαχειριστούν επιτυχώς μια τέτοια κρίση. Στα της Ελλάδος, ο Ελευθέριος Βενιζέλος σε ένα σπάνιο για τον ίδιο συμβάν εσφαλμένης κρίσης, ενδίδει στις πιέσεις του λαϊκού φιλοβασιλικού κόμματος (βλέπε συνεχείς πιέσεις Σαμαρά για εκλογές) και προκηρύσσει εκλογές το 1920 βέβαιος ότι θα τις κερδίσει. Οι αντίπαλοι του, δημαγωγικά υποσχόμενοι άμεσο τερματισμό των πολεμικών επιχειρήσεων (βλέπε απαγκίστρωση από το μνημόνιο), κατορθώνουν να κερδίσουν στις εκλογές τον θριαμβευτή των Σεβρών. Οι πολεμικές επιχειρήσεις όχι μόνο δεν τερματίζονται, αλλά συνεχίζονται με αμείωτη ένταση μέχρι την τελική κατάρρευση και την Μικρασιατική καταστροφή.

Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται με τη λογική του καρμπόν, η ιστορική όμως ακολουθία μπορεί να μας δώσει μια εικόνα για το πώς μπορούν να εξελιχθούν τα πράγματα στο μέλλον πάντοτε υπό το πρίσμα των εκάστοτε συνθηκών. Όταν είσαι ηγέτης (ή εν δυνάμει ηγέτης) ενός κράτους, οφείλεις με νηφαλιότητα και ρεαλισμό να προσεγγίζεις τα γεγονότα και να λαμβάνεις αποφάσεις χωρίς την ανάληψη περιττού ρίσκου (risk averse behavior). Η ανάληψη ρίσκου φέρνει φόβο και αβεβαιότητα, δύο παράγοντες οι οποίοι καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη τη λήψη αποφάσεων και τη διαχείριση κρίσεων. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον αυξημένης αβεβαιότητας και φόβου, επιβάλλονται κινήσεις ηρεμίας, κατευνασμού των παθών και ενίσχυσης των φορτίων ισχύος της κρατικής οντότητας. Ειδικά δε για μια μικρή δύναμη όπως η Ελλάδα, η οποία είναι πολύ πιο ευάλωτη σε τυχαία εξωγενή γεγονότα, επιβάλλεται μια κατά το δυνατόν ρεαλιστική και ψύχραιμη προσέγγιση των πραγμάτων.

Δυστυχώς για άλλη μια φορά οι πολίτες της χώρας ψήφισαν με βάση το θυμό που νιώθουν για όλα αυτά τα ανεξέλεγκτα γεγονότα τα οποία τους συνθλίβουν με ολοένα και αυξανόμενη ένταση. Οι ψηφοφόροι επέλεξαν για άλλη μια φορά την άκοπη δημαγωγία και την ανεύθυνη ελπίδα που ορισμένοι εν δυνάμει ηγέτες σκόρπισαν αφειδώς κατά την προεκλογική περίοδο. Αλλά και αυτοί που διαχειρίστηκαν τις τύχες μας από την μεταπολίτευση και ύστερα φάνηκαν εγκληματικά κατώτεροι των περιστάσεων συρόμενοι ουσιαστικά από κρίση σε κρίση και από λάθος σε λάθος. Παρότι αποτελεί θλιβερή διαπίστωση το τραγικό έλλειμμα ηγεσίας, εντούτοις έστω και την ύστατη ώρα είναι ανάγκη να κινηθεί η χώρα με βάση ορισμένες ρεαλιστικές βεβαιότητες. Το ποιός ηγέτης θα κατευθύνει τη χώρα σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς αποτελεί πράγματι δυσεπίλυτο πρόβλημα, ίσως όμως έχει ωριμάσει η ώρα και εμείς οι πολίτες να απαιτήσουμε από τους ηγέτες μας να κινηθούν εντός ρεαλιστικών πλαισίων.

Ως γνωστόν, η φύση απεχθάνεται τις ανισορροπίες και φροντίζει πάντοτε να τις αποκαθιστά. Όσο πιο μεγάλη η ανισορροπία, τόσο πιο βίαιο γεγονός είναι η αποκατάσταση της. Η ίδια παραδοχή ισχύει και στην οικονομική επιστήμη. Οι κρίσεις δεν είναι τίποτα άλλο από την αποκατάσταση μιας οικονομικής ανισορροπίας. Η περίπτωση της Ελλάδος δεν διαφέρει από αυτό τον κανόνα. Μια προστατευτικού τύπου κρατική οικονομία (1974) εισέρχεται σε έναν συνεταιρισμό κρατών (1981) όπου επιβάλλεται η πτώση των προστατευτικών τειχών. Η προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα αναβάλλεται επ’ αόριστον εξαιτίας του νέου “Eldorado” των κοινοτικών κονδυλίων. Η παραγωγή αποσαρθρώνεται και ο έλληνας ενστερνίζεται τη νοοτροπία ότι μπορεί με λίγο ή καθόλου κόπο, με μια έξυπνη ιδέα να εργάζεται λίγο και να εισπράττει πολλά. Προσοχή, δε σημαίνει ότι αυτό συνέβη για όλους, ούτε ότι όλοι ξαφνικά έγιναν τεμπέληδες. Απλά, πέρασε ύπουλα η νοοτροπία της ήσσονος προσπάθειας. Με οικονομικούς όρους, η πλήρης στρέβλωση του συστήματος αξιών και κινήτρων της κοινωνίας αποσάρθρωσε την παραγωγική ικανότητα των ελλήνων. Τα προβλήματα κρύβονταν εντέχνως κάτω από το χαλί με τη διακριτική διολίσθηση της δραχμής και με τον ολοένα και αυξανόμενο εξωτερικό δανεισμό. Η κορύφωση του δράματος και η αρχή του τέλους, ήρθε με την είσοδο της χώρας μας στο Ευρώ. Το Ευρώ αποτελεί ουσιαστικά ένα οικονομικό παράδοξο: είναι ένα νόμισμα το οποίο έχει προηγηθεί μιας πολιτικής ένωσης ή αν θέλετε, έχει χρησιμοποιηθεί ως όχημα ομοσπονδοποίησης της Ευρώπης. Το Ευρώ εξ’ αρχής αποτελούσε ένα νόμισμα κομμένο και ραμμένο στα οικονομικά μέτρα της εξαγωγικής γερμανικής οικονομίας: σταθερότητα και έλεγχος του πληθωρισμού προκειμένου να μην υπάρχουν εκπλήξεις στην παραγωγή. Ως εκ τούτου και από τη στιγμή που δεν υπάρχουν μηχανισμοί οικονομικής εξισορρόπησης εντός της ζώνης του Ευρώ, η πορεία της κάθε χώρας εντός του εξαρτάται από το πόσο καλά μπορεί να ανταγωνιστεί τη γερμανική παραγωγικότητα. Ένα άλλο θανάσιμο ελάττωμα του Ευρώ, το οποίο κορυφαίοι οικονομολόγοι είχαν διαγνώσει πριν την υιοθέτηση του (εκτεταμένη επιστημονική βιβλιογραφία αναπτύχθηκε επί του θέματος τη δεκαετία του 90, βιβλιογραφία σαφέστατα σε γνώση των εδώ κυβερνώντων) αποτελεί το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν μπορεί να λειτουργήσει ως αγοραστής εκτάκτου ανάγκης (lender of last resort) με την έκδοση νέου χρήματος. Κάτι τέτοιο απαγορεύεται ρητά από την ιδρυτική συνθήκη της και φυσικά είναι κάτι που οι γερμανοί πεισματικά αρνούνται να δεχθούν, αφού εκτός των άλλων, αντίκειται στα εθνικά τους συμφέροντα. Έτσι, αν δεχθούμε ότι η Ελλάδα εισήλθε με δείκτη κόστους προς παραγωγικότητα το 100 2001, το 2009 αυτός ο δείκτης είχε φθάσει το 129, ενώ ο αντίστοιχος γερμανικός δείκτης βρίσκεται στο 78. Τι έχει συμβεί; στην Ελλάδα υπήρξε ανεξέλεγκτη αύξηση των μισθών, ιδιαίτερα του στενού και ευρύτερου δημοσίου τομέα συμπαρασύροντας τιμές και αμοιβές του ιδιωτικού τομέα προς τα πάνω. Αυτό έκανε λιγότερο ελκυστικά τα ελληνικά προϊόντα με αποτέλεσμα να ανοίξει περεταίρω το εμπορικό έλλειμμα της χώρας. Η ελληνική οικονομία είχε φθάσει σε πολύ μεγάλο ποσοστό (~76%) να κινείται από κατανάλωση εισαγόμενων κυρίως αγαθών τα οποία αγοράζονταν με δανεικά. Αυτό δημιούργησε μια τεράστια οικονομική ανισορροπία, η βασική αιτία της οποίας υπήρξε οι συστηματικά μεγαλύτερες δαπάνες σε σχέση με τα έσοδα και οι συστηματικά μεγαλύτερες εισαγωγές σε σχέση με τις εξαγωγές. Βασική οικονομική αρχή αποτελεί το γεγονός ότι αν οποιοσδήποτε, άτομο, νοικοκυριό, επιχείρηση, ξοδεύουν παραπάνω από αυτά που βγάζουν, νομοτελειακά θα χρεοκοπήσουν. Η ίδια ακριβώς αρχή ισχύει και για κράτη, μόνο που τα τεράστια μεγέθη τους μας κάνουν να αμφισβητούμε ότι μπορεί ποτέ να συμβεί κάτι τέτοιο.

Στην Ελλάδα, ένα εξωγενές οικονομικό γεγονός αποκάλυψε το πρόβλημα και στη συνέχεια οδήγησε στην έκρηξη του. Πληθώρα λανθασμένων επιλογών της ηγεσίας απλούστατα όξυναν ένα ήδη υπαρκτό πρόβλημα. Βρισκόμαστε στη φάση αποκατάστασης της ισορροπίας και πάντοτε οι περίοδοι μετάβασης και προσαρμογής προκαλούν επώδυνες αναταραχές. Πως μπορούμε λοιπόν να βοηθήσουμε στην αποκατάσταση της ισορροπίας; Πρώτα από όλα πρέπει όλοι να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις. Το πώς θα φθάσει η χώρα στο μακροπρόθεσμο σημείο ισορροπίας δεν εξαρτάται από το τι χρήμα θα χρησιμοποιήσει (monetary neutrality) αφού το χρήμα είναι το μέσο και δεν παράγει πλούτο. Αυτό το οποίο όμως έχει διαφορά είναι η ταχύτητα προσαρμογής και η αβεβαιότητα. Με τη δραχμή η μετάβαση ίσως γίνει πιο γρήγορα αλλά κάτι τέτοιο ενέχει τεράστια αβεβαιότητα και κινδύνους τέτοιους που να καθιστούν τις ζημιές περισσότερες από τα όποια οφέλη. Με το Ευρώ θα μεταβούμε στο ίδιο σημείο με λιγότερες αβεβαιότητες και ίσως μπορέσουμε να επωφεληθούμε από μελλοντικές προσπάθειες συνολικής επίλυσης της κρίσης χρέους σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Απαιτείται νηφαλιότητα, ρεαλισμός και σωστή εκτίμηση των πληροφοριών που δεχόμαστε από το περιβάλλον εντός του οποίου κινείται η χώρα. Επαναλαμβάνω για άλλη μια φορά: μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν και όποιος υπόσχεται καλύτερες μέρες σε 6 μήνες, σε ένα χρόνο ή ακόμα και από την επόμενη των εκλογών, απλά ψεύδεται, είτε για ιδιοτελής σκοπούς είτε από άγνοια. Η Ελλάδα έφθασε εδώ που έφθασε σε μεγάλο βαθμό και εξ’ αιτίας του γεγονότος ότι συλλογικά αρνηθήκαμε να αποδεχθούμε την πραγματικότητα (to face facts). Μέρος της λύσης αποτελεί και η νηφάλια εκτίμηση των γεγονότων εκ μέρους των πολιτών, η αναζήτηση της πηγής. Σε τελική ανάλυση ας απαντήσουμε ο καθένας για τον εαυτό του, ποιος ωφελείται και ποιος χάνει από αυτό που του προτείνουν.


[1] Ειπώθηκε από τον Edward Gray, Υπουργό Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου (1905 – 1916) κατά την έναρξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. 

15 Φεβ 2012

Monetary Dilemmas


Monetary Dilemmas

It is well known that the economy is a breathing, living organism. Much like a glacier, it shifts and moves around; the changes may seem sluggish or even non – existent to the common eye but nonetheless they do exist. However, just as a glacier can experience sudden break ups which cause devastating avalanches, the economy can and does experience crises the consequences of which may persist well over a generation. The above parallelism helps us understand that the economy functions on a dynamic equilibrium. Any shifts from this path, either due to random events or due to artificial interference are unsustainable and the economy will revert back to its dynamic path. The larger the divergence from the dynamic equilibrium, the more violent the correction will be. The longer an economy stays on artificially static, unsustainable equilibria (for example maintaining unsustainable public consumption through borrowing) the more violent and painful the realignment will be. In other words, the higher the inertia and the stickiness an economy has the longer it takes for it to correct.

In Greece there has been a heated debate about the benefits of staying in the Euro zone versus returning to a national currency. I’m afraid that this is a non existent dilemma; the long term result will be the same whether Greece adopts the drachma or not. It is a well established fact, both theoretically and empirically, that monetary supply generally does not influence the long term equilibrium of the economy (monetary neutrality). Money has only a short term impact on the economy and then its influence zeroes out. The only way through which money may impact upon the long term equilibrium is through credit expansion. If the credit is used to increase the capital accumulation within an economy thus increasing its output, then we can say that money had a positive effect. If credit is used to increase consumption and worse of all imported consumption, then there will be a short term positive effect but in the long run there will be serious negative repercussions.

Economic and financial analysts claim that if Greece was to return to the drachma the new currency would have to be devalued by at least 50% in order to be competitive. Assuming that everything works like clockwork and the economy rebounds in two years after the adoption of the new currency, this switch will mean a severe reduction of the GDP. If this is the long term equilibrium for Greece (i.e. a 30% reduction of the GDP) then there is no difference if we reach this point by using the Drachma or by using the Euro. There are of course differences in the implementation, but the long term result will be the same. Proponents of the drachma state that once the new currency is adopted the economy will become competitive again by making Greek exports and Greek tourism much more attractive. The argument goes on to say that if this is combined with a drastic reduction of the foreign debt, soon the economy will be back on its feet with the added benefit that the country will be able to once more exercise independent monetary policy more suited towards its specific needs.

Let us examine these assumptions one by one. It is certain that with the adoption of the Drachma the Greek trade imbalance will be drastically reduced overnight; people will simply lack the purchasing power to acquire foreign consumer goods. The assumption is made that Greek production will be increased in order to substitute these foreign goods. This substitution, combined with a boost in the tourism and export industries will quickly turn around the economy and return it to growth. There are serious flaws in these assumptions which I will proceed to lay out promptly. There is no doubt that the trade imbalance will be drastically reduced. This will have the positive effect of immediately addressing the trade imbalance but will also cause a short term deepening of the recession due to the dismantling of the internal economic circulation that the imported goods create (all economic activity associated with imported goods will be severely curtailed). There are serious doubts whether local production will be able to substitute imported goods due to two factors: first of all many of the elements incorporated in the production of goods in Greece are exogenous and irreplaceable from local sources (for example imported hydrocarbons). Second, it is assumed that cheap labor will make Greek goods more attractive in the export markets. However, Greece is a mature economy and does not and cannot compete with emerging economies in labor intensive products no matter how much it lowers labor costs. Furthermore, it has been shown that the cost of labor is not a detrimental factor in the Greek production cycle. It is the excessive bureaucracy, cumbersome government, poorly drafted and often contradictive laws, unstable and irrational tax system and corruption which make investments and production unattractive in Greece. All these factors will not be eliminated with the introduction of a new currency and it is highly possible that transaction costs will be increased and not reduced in such an eventuality. The Greek economy suffers from serious structural flaws which will not magically vanish no matter what currency is used. Attempting to reach the long term equilibrium with the Euro will involve a slow and painful process of deflation which has but one big advantage; there is less uncertainty and volatility in the economy and this can allow the easier adoption of the necessary reforms.

The introduction of the Euro in Greece led, overnight, to much easier access to cheap credit. What happened is in my opinion, a case of double moral hazard. First, the financial markets implicitly assumed that Greece’s borrowing in Euros was guaranteed by the economic might of Germany and France, an assumption entirely unfounded. The European Central Bank’s mandate explicitly forbade the direct purchasing of public debt from member states. The member states were assumed to be following a common set of fiscal rules which provided for economic stability. Thus the market based its risk assessment on an assumption which was unfounded. The introduction of the Euro as it was could not have changed Greek credibility overnight and this was well known by the markets. Therefore the financial institutions failed in their primary function which is adequate risk management and chose instead to invest in Greece, ignoring previous credit history and economic fundamentals. On the other hand, Greece irresponsibly borrowed money in order to sustain an irrational level of domestic consumption and an inefficient public sector. Nobody forced Greece to such levels of lending; it was the democratically elected leaders of Greece which willingly pursued such a reckless course. Therefore the blame can be split somewhere in the middle, or to put it otherwise, it always takes two to tango.

Germany, which nowadays is involved in serious finger pointing towards Greece, is not without its own faults in this case. It has been a well known fact that the Euro is a currency which is tailored to suit German economic needs. It was a known fact that in order to survive in the Euro zone a country had to adopt German economic behavior. This involves tight fiscal policies, tight price and wage controls and a religious devotion towards productivity increase and exports. Germany knowingly turned a blind eye towards the excessive economic behavior of the south because this behavior increased German exports and productivity at the expense of the south. Let us not forget that 40% of German exports are headed towards other members of the Euro zone. Germany tried in effect to hold both melons under the same arm and failed. Fiscal conformity was needed for the stability of the common currency as there was no other way to keep the Euro stable should the need arise (lack of an effective risk sharing and convergence mechanism). But boosting German exports was deemed as even more desirable and in the end this was the policy that prevailed.

Germany, fully in accordance with its national interest, flooded the Greek market with German goods, German companies were awarded major construction and other contracts and German arms dealers sold major weapon systems to the country. This was done with the full knowledge that these goods and services were purchased with unsustainable public borrowing. Now that the Greek economy has foundered, Greece is no longer of any use to Germany and is more likely seen as a nuisance. However, Germany does not wish to seriously damage its clients; this is always bad business. Therefore, since Greece is an unsalvageable case, Germany will squeeze the lemon one last time before it discards it. Greece will serve as a black sheep, a scapegoat and a paradigm to the rest of the south so that they stay in line and do as they’re told. Since the Greek market is of negligible importance to German exports, Greece will be put to the stake as an example of what befalls those who cross German national interest. The rest of the south will receive gentler handling because business is always business and German exports require markets.

The above displayed behavior in no way absolves Greece of its own wrong doing. Greece is a country which dwells in an anarchic, competitive system of states where the self help principle is the golden rule. Other states will try to maximize their benefit at your own expense and will see your downfall if that suits their needs. It is up to Greece to pursue all the necessary policies in order to accrue more power, be it economic, military or other. Explaining the how, the when and the who offers no excuses for Greece’s failure to act towards its own survival. There is no such thing as fate, Messiahs and Divine Intervention when it comes to states. It is the actions or inactions of the state which in the end of the day make things happen.