9 Δεκ 2009

Μια φορά και έναν καιρό ήταν μια χώρα....


Μια φορά και έναν καιρό ήταν μια χώρα πολύ πολύ μακρινή...Σ' αυτή τη χώρα στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, οι συνεχείς "δημοκρατικές εκτροπές" και οι αλλοπρόσαλλες αποφάσεις των ηγεμόνων της, είχαν καταντήσει την οικονομία σε κακό χάλι. Οι τιμές των αγαθών αύξαναν συνεχώς και οι οικονομίες των πολιτών εξανεμίζονταν. Μπουχτισμένοι από αυτή την κατάσταση αποφάσισαν να αλλάξουν το ευάλωτο και περιφρονημένο εθνικό τους νόμισμα με ένα άλλο πανίσχυρο νόμισμα παγκόσμιας ισχύος. Η ακρίβεια έπεσε σε μια νύχτα, οι τιμές πάγωσαν και τα επιτόκια δανεισμού έπεσαν με μεγάλη ταχύτητα. Οι πολίτες αναθάρρησαν και άρχισαν να καταναλώνουν ευτυχισμένοι. Τα εισαγόμενα αγαθά (αυτοκίνητα) έγιναν απλή υπόθεση όπου ο καθένας μπορούσε να τα αποκτήσει. Οι νέες κατοικίες από άπιαστο όνειρο έγιναν προσιτές για πλατιές μάζες του πληθυσμού. Οι πολίτες δανείζονταν και κατανάλωναν ευτυχισμένοι. Φυσικά όλα αυτά τα δανεικά έπρεπε να έρθουν από κάπου. Άλλα τώρα με το νέο νόμισμα που ήταν γυαλιστερό γυαλιστερό, οι ξένοι πιστωτές δάνειζαν τη χώρα με μεγάλη ευκολία. Άλλωστε, τι θα μπορούσε να πάει στραβά με ένα τέτοιο υπερόπλο. Όμως σιγά σιγά με όλα αυτά τα δανεικά χρήματα στην αγορά, οι τιμές της χώρα ανέβηκαν. Οι πολίτες της, μαθημένοι πλέον να ζουν άνετα και πλουσιοπάροχα, απαιτούσαν μεγαλύτερους μισθούς, αλλά και να δουλεύουν λιγότερο για να έχουν χρόνο να απολαύσουν τα χρήματα τους. Οι ηγεμόνες ήξεραν ότι δεν ήταν σωστό να δανειστούν επιπλέον αλλά δεν είχαν τη θέληση να πουν την αλήθεια στον κόσμο. Και που ξέρεις, μπορεί να είναι και για καλό, σκέφτονταν. Αν προκύψει πρόβλημα θα το αναλάβει ο επόμενος και εγώ θα είμαι ήδη μακριά. Έτσι πολίτες και χώρα δανείζονταν συνεχώς, δούλευαν όλο και λιγότερο και αμείβονταν όλο και παραπάνω. Και ενώ η χώρα ήταν φημισμένη για κάποια προϊόντα της, αυτά πλέον δεν μπορούσε να τα εξάγει γιατί ήταν πλέον πανάκριβα και κακής ποιότητας αφού κανείς δεν είχε διάθεση να δουλέψει. Όλα ερχόντουσαν έτοιμα στο πιάτο, επιδόματα, επιδοτήσεις, αυξήσεις, ειδικοί λογαριασμοί, προμήθειες, συμβούλια, επιτροπές...Όμως κάποια στιγμή η χώρα και οι πολίτες έφτασαν να χρωστούν τόσα πολλά που οι δανειστές άρχισαν να δυσανασχετούν. Σου λέει, ναι, εντάξει, έχεις το ισχυρό νόμισμα, αλλά χρωστάς είδη την παραγωγή ενάμιση χρόνου. Για να σου δώσω κιάλο βερεσέ πρέπει να μου υποσχεθείς τις χρυσές λίρες του παππού, τα χρυσά δόντια της γιαγιάς, τελοσπάντων πρέπει να μου δώσεις περισσότερα πίσω. Οι ηγεμόνες σάστισαν! Αυτό δεν το περίμενε κανείς τους και ούτε τους είχε προετοιμάσει κάτι. Μια ζωή ήξεραν μόνο να απλώνουν το χέρι και μετά να μοιράζουν απλόχερα τα δανεικά. Λίγα ψίχουλα εσύ, λίγα εσύ και όλο το καρβέλι για μας. Άλλωστε τι βλακείες, σκέφτονταν οι ηγεμόνες. Να χρεοκοπήσει μια χώρα. Αστείο πράμα! Μια χώρα άλλωστε μπορεί πάντα να τυπώσει νέα χρήματα σκέφτονταν....Ναι αλλά δεν μπορούσε! Γιατί το γυαλιστερό γυαλιστερό νέο νόμισμα τους δεν ήταν δικό τους αλλά άνηκε σε μια πανίσχυρη άλλη χώρα η οποία τους δάνειζε κίολας! Τι να κάνουμε, τι να κάνουμε...Αν λέγαμε την αλήθεια στον κόσμο? Τρελός είσαι, είπε ένας αυλικός του ηγεμόνα με ένα περίεργο όνομα, να δεις πως τον λέγανε....Α ΝΑΙ! Κάτι σε παπούτσι έφερνε. Να πούμε την αλήθεια? Θα μας φάνε! Και αυτό δεν πρέπει να συμβεί γιατί εμείς είμαστε που τρώμε τα πάντα. Απαπα! Όχι αλήθεια. Και ενώ ο ηγεμόνας και οι αυλικοί το σκέφτονταν το πράμα, περνούσε ο καιρός και δε γινόταν τίποτα. Όμως τα χρέη μεγάλωναν συνέχεια! Μετά άρχισαν να κυκλοφορούν κάτι περίεργες φήμες....Κάτι κακοί ξένοι δανειστές άρχισαν να λένε φωναχτά ότι η χώρα δεν μπορεί να πληρώσει αυτά που τους χρωστάει και έλεγαν στους άλλους να μη δανείζουν άλλο. Όμως χωρίς δανεικά η χώρα δεν μπορούσε ούτε τα παλιά βερεσέδια να πληρώσει. Και τότε είπαν τη μαγική λέξη "στάση πληρωμών". Μετά ήρθαν κακοί γκρίζοι τύποι από την πρωτεύουσα της χώρας με το γυαλιστερό γυαλιστερό νόμισμα, εγκαταστάθηκαν στο παλάτι του ηγεμόνα και του έλεγαν τι να κάνει, και του μέτραγαν το πορτοφόλι μέχρι τελευταίας δεκάρας. Ο κόσμος έπεσε σε μεγάλη δυστυχία, εταιρείες και μικρά μαγαζιά έκλεισαν, πολλοί δεν είχαν δουλειά και αυτοί οι λίγοι που είχαν δεν τολμούσαν να ξοδέψουν γιατί που ξέρεις...αύριο μπορεί να μην έχεις...Δυστυχώς ενώ τα παραμύθια μου αρέσουν πάρα πολύ οι κάτοικοι αυτής της χώρας ακόμα δεν έχουν δει άσπρη μέρα


Η χώρα του παραμυθιού είναι η Αργεντινή. Οποία ομοιότητα με καταστάσεις του εσωτερικού είναι παντελώς τυχαίες και στερούνται σοβαρότητας και πραγματικότητας. Άλλωστε είπαμε, χρεοκοπούν οι χώρες ποτέ? Μπααααα....αστεία πράγματα!