4 Δεκ 2013

Παιδείας το Ανάγνωσμα

Με αφορμή ένα ενδιαφέρον άρθρο του Guardian[1] είχα την ευκαιρία να μάθω ότι εδώ και λίγες μέρες βγήκαν τα στατιστικά αποτελέσματα του PISA report του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (OECD). Το PISA report είναι μια μελέτη ως προς την αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού συστήματος που διεξάγεται ανά τριετία, τόσο στις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ όσο και σε άλλες χώρες που επιθυμούν να συμμετάσχουν. Διεξάγεται σε αντιπροσωπευτικό δείγμα δεκαπεντάχρονων μαθητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης οι οποίοι διαγωνίζονται σε εξετάσεις ευστροφίας άνευ ύλης. Η θεματολογία έχει να κάνει με κατανόηση κειμένου, γενική μαθηματική γνώση και γενική κατανόηση θετικών επιστημών. Όλες οι ερωτήσεις απευθύνονται στη μητρική γλώσσα του μαθητή και υπάρχει χρονικός περιορισμός ως προς την απάντηση. Οι ερωτήσεις χωρίζονται σε έξι πακέτα αυξανόμενης δυσκολίας (1 πολύ εύκολες,6 πολύ δύσκολες). Το δείγμα από την κάθε χώρα είναι τέτοιο ώστε να λαμβάνεται υπόψη η αναλογία μαθητικού πληθυσμού ως προς τον συνολικό πληθυσμό, η αναλογία αγοριών/κοριτσιών, η οικονομική διαστρωμάτωση των μαθητών καθώς και άλλοι παράμετροι. Ο σκοπός είναι η όσο το δυνατόν ακριβέστερη σύγκριση της αποτελεσματικότητας της εκπαιδευτικής διαδικασίας τόσο με ποιοτικούς όσο και με ποσοτικούς δείκτες. Τα αποτελέσματα της έρευνας μπορείτε να τα δείτε στο παρακάτω σύνδεσμο:


Δείγμα των ερωτήσεων μπορείτε να δείτε εδώ:


Από περιέργεια δοκίμασα τις ερωτήσεις του δείγματος και μπορώ να πω ότι απευθύνονται στη λογική και την ευστροφία των μαθητών και όχι στην αποστήθιση κάποιας πληροφορίας. Σας προτρέπω να το δοκιμάσετε για να δείτε σε τι δεν μπορούν να απαντήσουν οι Έλληνες μαθητές.

Οι επιδόσεις της χώρας μας είναι μάλλον απογοητευτικές (4η από το τέλος στη γενική κατάταξη ανάμεσα στις χώρες μέλη) και ενδεικτικές της ένδειας του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Δεν είναι μόνο οι επιδόσεις που απογοητεύουν αλλά κυρίως, η κατανομή της μαθητικής κοινότητας αυτή που ανησυχεί περισσότερο. Η Ελλάδα έχει μεγάλο αριθμό μαθητών που δεν μπορούν να απαντήσουν ούτε τις εύκολες ερωτήσεις (36% του δείγματος μαθητών) και είμαστε κάτω από το μέσο όρο των χωρών μελών. Αλλά ακόμα και στους αριστούχους μαθητές, ο αριθμός που απάντησε με επιτυχία τις πιο δύσκολες ερωτήσεις είναι ιδιαίτερα χαμηλός (4% απάντησε level 5 και μόλις 1% απάντησε level 6) σε σύγκριση με μαθητές άλλων χωρών. Δηλαδή, έχουμε λίγους καλούς μαθητές οι επιδόσεις των οποίων υπολείπονται αυτές άλλων χωρών. Επαναλαμβάνω ότι οι ερωτήσεις ήταν άνευ εξεταστέας ύλης και απευθύνονταν στην κριτική ικανότητα, την ευστροφία και τη λογική του μαθητή. Από το γράφημα του Guardian μπορούμε να δούμε την πρωτοκαθεδρία των Ασιατικών χώρων (Ιαπωνία, Ν. Κορέα) καθώς και την επιτυχία, σε γενικές γραμμές, του Σκανδιναβικού μοντέλου εκπαίδευσης. Υπάρχουν πάρα πολλά χρήσιμα συμπεράσματα τα οποία μπορούν να εξαχθούν από τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης και για τα οποία θα χρειαζόμουν πάρα πολλές σελίδες για να παραθέσω αναλυτικά.

Η στατιστική αυτή είναι χρήσιμη γιατί καταρρίπτει μια σειρά από μύθους που συνοδεύουν το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα.

Μύθος πρώτος: Οι έλληνες μαθητές είναι «έξυπνοι» και τα καταφέρνουν καλύτερα από τους άλλους. Δείτε πόσα μυαλά έχουμε στο εξωτερικό, πόσες νίκες έχουμε σε μαθητικές Ολυμπιάδες κ.λ.π.

Δεν είμαστε εξυπνότεροι από τους άλλους. Οι καλύτεροι μας μαθητές είναι λιγότεροι και με χειρότερες επιδόσεις από αυτές άλλων κρατών. Οι καλύτεροι μας δεν παραμένουν στην Ελλάδα αλλά μεταναστεύουν μαζικά στο εξωτερικό όπου με την παρουσίας τους κοσμούν ξένα εκπαιδευτικά ιδρύματα ή προσφέρουν τις πολύτιμες γνώσεις και υπηρεσίες τους σε αυτούς που τις αναγνωρίζουν και τις αμείβουν αντίστοιχα.

Μύθος δεύτερος: Φταίει το μνημόνιο για αυτή την κατάντια

Κάτι τέτοιο δεν ισχύει και σίγουρα δεν έχει αποτυπωθεί στατιστικά ακόμα. Από το 2003 έως το 2012 αποδεικνύεται στατιστικά ότι η οικονομική διαστρωμάτωση των μαθητών δεν είναι στατιστικά σημαντική ως προς την επίδοση τους στην Ελλάδα. Ιδιωτικά ή δημόσια σχολεία, όλοι θα περάσουν από την λογική αποστήθισης που επιβάλλει το φροντιστήριο και το εξεταστικό σύστημα. Όσοι έχουν περισσότερα χρήματα μπορούν ενδεχομένως να δώσουν περισσότερες ευκαιρίες στα παιδιά τους, αλλά το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο: η παπαγαλία ζει και βασιλεύει.

Η αποσάθρωση του δημόσιου σχολίου είναι μια μακροχρόνια διαδικασία που ξεκίνησε τη δεκαετία του 80 και που τώρα θα δρέψουμε τους καρπούς των κόπων μας. Το πιο λυπηρό είναι ότι ακόμα και οι λιγοστοί πόροι που διαθέτουμε για το μέλλον των παιδιών μας έχουν εξαιρετικά χαμηλή αποδοτικότητα.

Εν κατακλείδι, υπό ιδανικές συνθήκες θα θέλαμε έναν μαθητικό πληθυσμό ως εξής: κανονική κατανομή μαθητών (σχήμα καμπάνας) με μεγάλο πληθυσμό μαθητών στα μεσαία στρώματα επιδόσεων και μικρές αποκλείσεις ανάμεσα στο χειρότερο 20% των μαθητών και το αντίστοιχο καλύτερο 20%. Εμείς έχουμε αυτή τη στιγμή μεγάλο αριθμό μαθητών στις χειρότερες επιδόσεις, μια αδύναμη σχετικά μέση κατάσταση και μικρό αριθμό εξαιρετικών μαθητών με χαώδη διαφορά από τους υπόλοιπους. Αυτό σημαίνει ότι το σχολείο όπως λειτουργεί σήμερα έχει αποτύχει στην παραγωγή ορθολογικά σκεπτόμενων πολιτών με εφόδια τέτοια, που να τους επιτρέπουν να συνεισφέρουν θετικά στο σύνολο στο οποίο μετέχουν. Ο ρόλος της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δεν είναι να λειτουργήσει ως προθάλαμος της τριτοβάθμιας, αλλά να προσφέρει εφόδια στο μαθητή για να λειτουργήσει ως λογικά και κριτικά σκεπτόμενος πολίτης με δικαιώματα και υποχρεώσεις. Η ζοφερή πραγματικότητα σήμερα λέει ότι τα παιδιά στοιβάζονται κατά κανόνα σε άθλια σχολεία με απαράδεκτα και απαρχαιωμένα εκπαιδευτικά βοηθήματα κα με καθηγητές είτε αδιάφορους είτε σε απόγνωση. Όσοι γονείς διαθέτουν χρήματα, στέλνουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικά σχολεία και φροντιστήρια όχι για να εκπαιδευτούν, αλλά αφενός για να είναι σίγουροι ότι γίνονται μαθήματα και αφετέρου για να κατορθώσουν να υπερνικήσουν με καλύτερες πιθανότητες τις πανελλαδικές εξετάσεις. Οι πραγματικά άριστοι θα κοιτάξουν να φύγουν στο εξωτερικό όπου και θα παραμείνουν χωρίς να επιστρέψουν ποτέ. Μια χώρα η οποία ουδέποτε θέλησε να λειτουργήσει υπό το καθεστώς αριστείας, που δεν ανταμείβει την αριστεία αλλά αντίθετα τη φθονεί και της βάζει εμπόδια, πράγματι τρώει τα παιδιά της. Και εμείς, θα μείνουμε πίσω να καμαρώνουμε αυτούς που έφυγαν και διαφημίζουν το «ελληνικό πνεύμα» βαυκαλιζόμενοι για τη δήθεν ανωτερότητα μας.  

Έχουμε μετατρέψει την εκπαιδευτική διαδικασία σε προετοιμασία για τη μια και μοναδική σημαντική εξέταση στη ζωή μας. Αφού περάσαμε τις πανελλαδικές, θέλουμε σίγουρα επαγγελματικά δικαιώματα, θέλουμε σίγουρη δουλεία μέχρι τη σύνταξη χωρίς ποτέ ξανά να κριθούμε. Πέρασε, για παράδειγμα, κάποιος στην ιατρική σχολή και αυτό σημαίνει ότι κάποτε, όποτε, θα γίνει ειδικός γιατρός. Κανείς ποτέ δεν θα απορριφθεί από το σύστημα «γιατί το παιδί διάβασε και κόπιασε για να περάσει». Δεχόμαστε αδιαμαρτύρητα τον γιατρό που έκανε δεκαετία για να πάρει το πτυχίο του. Δεχόμαστε αδιαμαρτύρητα να γίνει ειδικευόμενος βάσει αρχαιότητας και όχι βάσει αριστείας. Και κατόπιν αυτός ο άνθρωπος θα γίνει ειδικός χωρίς να περάσει ουσιαστικές εξετάσεις (σας προκαλώ να μου βρείτε ΕΝΑΝ ειδικευόμενο ο οποίος κόπηκε οριστικά από το να γίνει ειδικός), χωρίς κάποιος να ελέγχει αργότερα σε τακτά διαστήματα τις ικανότητες του και το αν εξελίσσεται η επιστημονική του κατάρτιση. Και αυτό ισχύει παντού σε όλα τα επαγγέλματα και σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής μας δραστηριότητας.

Η μελέτη αυτή του ΟΟΣΑ αποτελεί ένα δυνατό καμπανάκι κινδύνου και για έναν ακόμα σημαντικό λόγο: ένας απαίδευτος πολίτης αποτελεί εύκολα έρμαιο δημαγωγίας, λαϊκισμού και χειραγώγησης από ανθρώπους ή ομάδες με ταπεινά κίνητρα. Όλοι πέφτουν από τα σύννεφα για την άνοδο ενός νεοναζιστικού μορφώματος στη χώρα μας. Πως θα αντισταθεί ο πολίτης στις σειρήνες της δημαγωγίας όταν δεν διαθέτει τα πνευματικά εφόδια για να το κάνει αυτό; Σε τελική ανάλυση παιδεία σημαίνει ελευθερία, ελευθερία της άποψης και της γνώμης, ελευθερία της επιλογής.