15 Οκτ 2009

Το πρόβλημα της ανεργίας

Ένα από τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας το οποίο παρέμεινε σχετικά αθέατο είναι αυτό της ανεργίας. Είναι ένα πρόβλημα ύπουλο με βαθύτατες κοινωνικές προεκτάσεις, είναι δε άλλο ένα σύμπτωμα των συστημικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία. Παλαιότερα, η ανεργία ρυθμιζόταν με τεχνητούς τρόπους, έτσι ώστε να εμφανίζεται χαμηλή. Υπήρχε η μετανάστευση, το στρατιωτικό διαρκούσε σχεδόν 3 χρόνια (οι στρατιώτες δεν θεωρούνται άνεργοι) ενώ και οι νοικοκυρές δεν θεωρούνται άνεργες. Όμως, με τη σταδιακή έκθεση της οικονομίας μας στο διεθνές οικονομικό σύστημα αυτές οι πρακτικές δε βοηθούν πλέον.

Η μετανάστευση υπάρχει ακόμα αλλά τώρα αφορά εξειδικευμένο επιστημονικό δυναμικό (brain drain) πράγμα το οποίο είναι μια απώλεια για τη χώρα με ανυπολόγιστες συνέπειες. Υπολογίζεται χονδρικά ότι το 15% όσων φεύγουν για μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές δεν επιστρέφουν πίσω, ενώ για την καταβολή διδάκτρων προπτυχιακών και μεταπτυχιακών φοιτητών μόνο προς τα πανεπιστήμια του Ηνωμένου Βασιλείου, 1 δις ευρώ φεύγει από τη χώρα ετησίως. Ακόμα και αυτοί που επιστρέφουν όμως δυσκολεύονται ιδιαίτερα να βρουν εργασία και όταν τη βρίσκουν αυτή δεν ανταποκρίνεται σε καμιά περίπτωση στα προσόντα και τις δεξιότητες που έχουν αποκτήσει (overqualified).

Ταυτόχρονα, η ταχύτατη αύξηση του κόστους ζωής (ταχύτερη αύξηση σε σχέση με το εισόδημα) και οι αλλαγές που επέφερε ο σύγχρονος τρόπος ζωής επιβάλλουν να εργάζονται και οι γυναίκες σε ένα ζευγάρι. Όμως λόγω του ότι η γυναίκα δημιουργεί οικογένεια, αυτό την καθιστά λιγότερο θελκτική προς έναν εργοδότη του ιδιωτικού τομέα. Μπορεί η γέννηση παιδιών να είναι εθνικά ωφέλιμη, αυτό όμως καθόλου δεν ενδιαφέρει τον εργοδότη απλούστατα γιατί μια γυναίκα εργαζόμενή του κοστίζει περισσότερο από έναν άνδρα. Λόγω και της έλλειψης οποιουδήποτε κινήτρου προς τους εργοδότες, παρατηρείται έντονη ανεργία στις νέες γυναίκες.

Υπάρχει ακόμα η ανεργία που παρατηρείται σε μεγάλες ηλικίες και αυτή αποτελεί το πιο επικίνδυνο και μεγάλο αγκάθι για την οικονομία. Αυτή κυρίως οφείλεται στο ότι ο παραγωγικός ιστός της χώρας είναι παρωχημένος και βασίζεται σε παραγωγή εντάσεως εργασίας (π.χ κλωστοϋφαντουργία), όπου πλέον υπάρχουν χώρες με πολύ χαμηλότερο κόστος εργασίας από το δικό μας. Δυστυχώς, όταν στη δεκαετία του 80 άρχισαν να πέφτουν σιγά σιγά τα σύνορα του προστατευτισμού της ελληνικής οικονομίας, δεν έγινε τίποτα για το μετασχηματισμό του παραγωγικού ιστού προς μια κατεύθυνση χρήσης υψηλής τεχνολογίας, υψηλής ποιότητας υπηρεσιών και συσσώρευσης ανθρωπίνου κεφαλαίου (εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό). Δυστυχώς, ο πενηντάρης άνεργος πολύ δύσκολα θα βρει δουλειά, απλούστατα γιατί το ναυπηγείο/βυρσοδεψείο/υφαντουργείο/κλωστήριο/υφαντουργείο κλείνει λόγω διεθνούς ανταγωνισμού.

Υπάρχουν δύο ειδών ανεργίας: ανεργία εκ πεποιθήσεως (δηλαδή υπάρχουν δουλειές τις οποίες δεν θέλουμε) και δομική ανεργία (δηλαδή δεν υπάρχουν δουλειές). Στην πρώτη κατηγορία υπάγονται δουλειές όπως εποχική γεωργική εργασία, χειρονακτική ανειδίκευτη εργασία αλλά και τεχνικής φύσεως εργασίες (υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι). Η πλειοψηφία τέτοιων εργασιών έχει περάσει στα χέρια μεταναστών, ακριβώς όπως οι έλληνες μετανάστες προηγούμενων δεκαετιών αναλάμβαναν τέτοιες εργασίες στις χώρες υποδοχής τους. Η δεύτερη περίπτωση αποτελεί το πιο σοβαρό πρόβλημα.

Στην Ελλάδα, ο μεγαλύτερος εργοδότης είναι το κράτος ενώ και αρκετές από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις εξαρτώνται είτε από κρατικές προμήθειες είτε από κρατικές υπεργολαβίες. Το δημόσιο έχει διογκωθεί σε τέτοιο βαθμό πλέον που όχι μόνο επιπρόσθετες θέσεις εργασίας δεν μπορεί να προσφέρει αλλά θα πρέπει να μειώσει και τις δαπάνες του αν θέλει να είναι μεσοπρόθεσμα βιώσιμο (solvent). Επιπρόσθετα, η παραγωγικότητα της εργασίας στο δημόσιο τομέα είναι πολύ χαμηλή και αυτό δημιουργεί άλλου είδους στρεβλώσεις στην αγορά εργασίας. Το δημόσιο για να καταβάλει τις διογκωμένες δαπάνες μισθοδοσίας του αναγκάζεται να επιβάλει ολοένα και περισσότερους φόρους στο οικονομικό κύκλωμα. Οι επιχειρήσεις λόγω αυξημένου κόστους γίνονται ολοένα και λιγότερο ανταγωνιστικές σε σχέση με άλλες του εξωτερικού και είτε κλείνουν, είτε μεταναστεύουν. Το κράτος έχει αυξανόμενες δαπάνες και μειούμενα έσοδα και αναγκάζεται να δανειστεί. Οι εισαγωγές από το εξωτερικό αυξάνουν για να καλύψουν την εγχώρια ζήτηση (αφού ο παραγωγικός ιστός διαλύεται) και έτσι διευρύνεται το εμπορικό έλλειμμα (κοινώς μειώνεται η πίτα). Αν δεν αναδιαρθρωθεί ο παραγωγικός ιστός της χώρας οδηγούμαστε σε ένα φαύλο κύκλο, όπου το τελικό αποτέλεσμα είναι η χρεοκοπία.

Αναλογιστείτε τα εξής:

- Πόσες ιδιωτικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα έχουν τμήμα R&D?

- Πόσες παραδοσιακές βιομηχανίες κατόρθωσαν να μεταστρέψουν την παραγωγική τους δομή προς τομείς υψηλής τεχνολογίας?

- Πόσο φιλική είναι η χώρα προς επενδύσεις γενικότερα?

- Πόση γραφειοκρατία έχουμε, πόσο είναι το κόστος της και ποιό το ύψος παράπλευρων ζημιών που δημιουργεί στην οικονομία?

- Πόσα δαπανώνται κάθε χρόνο για μετεκπαίδευση εργαζομένων, για εξειδίκευση?

- Πόσα επενδύονται στην έρευνα και την τεχνολογία?

- Πόσο συνδεδεμένη με την παραγωγή είναι η τριτοβάθμια εκπαίδευση της χώρας?

- Τι ποσοστό διείσδυσης έχουν οι νέες τεχνολογίες στην κοινωνία και στην παραγωγική διαδικασία?

- Τι στόχευση και εμβάθυνση υπάρχει προς τομείς της οικονομίας στους οποίους διαθέτουμε σαν χώρα συγκριτικό πλεονέκτημα?

- Ποιά η παραγωγικότητα του δημοσίου τομέα και πως αυτή συνδέεται με την αμοιβή της εργασίας?

- Πόσο δημόσιο χρειαζόμαστε?

Οι λύσεις υπάρχουν και έχουν δοθεί με επιτυχία από άλλες χώρες πριν από μας. Αν και είμαι γενικά κατά των συγκρίσεων μεταξύ χωρών, εντούτοις θα μπω στον πειρασμό να αναφερθώ στο παράδειγμα της Φινλανδίας. Ξεκαθαρίζω ότι παράδεισος δεν υπάρχει στη γη και καμία χώρα δεν είναι τέλεια.

Η Φινλανδία τη δεκαετία του 80 ήταν μια περιθωριακή σκανδιναβική χώρα, συνδεδεμένη με την COMECON του πρώην ανατολικού μπλοκ και με μια οικονομία κεντρικά κατευθυνόμενη. Η χώρα ήταν απομονωμένη και ζούσε στη σκιά του Σοβιετικού της γείτονα. Με την πτώση του σιδηρούν παραπετάσματος η αλλαγή υπήρξε εντυπωσιακή. Μεγάλες επενδύσεις στην παιδεία (περίπου 8% του προϋπολογισμού), στροφή στην έρευνα και την τεχνολογία (3,8% του προϋπολογισμού ετησίως, ΒΛΕΠΕ NOKIA) και εκμετάλλευση των δυνατών της σημείων (ξυλεία, χαρτοποιία). Αλλά η Φινλανδία δεν έμεινε μόνο σε αυτά. Εκμεταλλεύτηκαν ακόμη και τον τουρισμό (Χωρίο του Άγιου Βασίλη, Ξενοδοχείο στον πάγο, τουρισμός στις λήμνες), ανέπτυξαν τεχνολογίες πράσινης ανάπτυξης (στην πράξη και όχι στα συνθήματα) και εσχάτως προβάλουν πάρα πολύ και τις αερομεταφορές τους. Η χώρα έχει από τα υψηλότερα βιοτικά επίπεδα στον κόσμο, από τα μεγαλύτερα κατά κεφαλήν εισοδήματα στον κόσμο και πανευρωπαϊκά την καλύτερη επίδοση των μαθητών γυμνασίου σε βασικά μαθησιακά αντικείμενα. Η χώρα έχει χαμηλότατη ανεργία, αλλά ακόμα και αυτοί που είναι άνεργοι απολαμβάνουν ενός άριστου κοινωνικού δικτύου προστασίας με έμφαση στη μετεκπαίδευση τους. Ποιός γνώριζε τη Φινλανδία το 1981? Ποιός ήξερε τη ΝΟΚΙΑ τότε? Που είναι σήμερα σε σχέση με εμάς?

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου