7 Ιαν 2010

Το οικονομικό έτος 2010 (Μέρος Α΄)

Αναμφισβήτητα, το 2010 θα είναι ένα έτος «αφετηρία» ως προς τη λήψη κρίσιμων αποφάσεων για την ελληνική οικονομία. Τα προβλήματα που καλείται να διαχειριστεί η σημερινή κυβέρνηση αποτελούν το επιστέγασμα ή τον «λογαριασμό» αν προτιμάτε, ανεύθυνων και επικίνδυνων αποφάσεων από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Ακριβώς επειδή διακυβεύεται το μέλλον της χώρας μας, όλοι μας ελπίζουμε και ευχόμαστε η σημερινή ηγεσία να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να λάβει τολμηρές αποφάσεις. Η αναβλητικότητα, η «ήπια προσαρμογή» και η μετάθεση λύσεων για το μέλλον δεν αποτελούν πλέον επιλογές. Σε μια σπάνια στιγμή καθαρότητας και αλήθειας, ο πρωθυπουργός περιέγραψε ξεκάθαρα το πρόβλημα των οικονομικών ως θέμα εθνικής κυριαρχίας. Εάν ανατρέξουμε στη νεότερη ελληνική ιστορία μπορούμε εύκολα να δούμε πως και στο παρελθόν γίναμε υποχείρια των δανειστών μας και πως αναγκαστήκαμε να θυσιάσουμε εθνικές μας υποθέσεις εξαιτίας της ανάγκης μας για δανεικά. Και επειδή η ιστορία όταν επαναλαμβάνεται, επαναλαμβάνεται ως φάρσα καλό θα ήταν να παραθέσουμε τα προβλήματα εν συντομία καθώς και πιθανές διεξόδους από αυτά.

Α) Δημοσιονομικό έλλειμμα και έλλειμμα εμπορικού ισοζυγίου.

Τα αποκαλούμενα και «δίδυμα» ελλείμματα στην οικονομία. Το πρώτο σημαίνει ότι κάθε χρόνο ξοδεύουμε παραπάνω από αυτά που έχουμε στη διάθεση μας. Κάτι τέτοιο οδηγεί σε δανεισμό με αποτέλεσμα να αυξάνεται το δημόσιο χρέος. Το δεύτερο σημαίνει ότι εισάγουμε παραπάνω από ότι εξάγουμε. Επειδή το εμπορικό ισοζύγιο πάντα ισοσκελίζει στο τέλος του χρόνου οι όποιες διαφορές καλύπτονται είτε με δανεισμό είτε με εκροή χρημάτων προς το εξωτερικό (σμίκρυνση της πίτας). Το πρώτο έλλειμμα σημαίνει ότι είμαστε απείθαρχοι στη διαχείριση της οικονομίας μας, σπάταλοι και αντιπαραγωγικοί. Το δεύτερο υποδηλώνει βαθύτερη σήψη της ελληνικής οικονομίας αφού υποδηλώνει πολύ χαμηλή παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Παλαιότερα (επί δραχμής) η ελληνική οικονομία λειτουργούσε μέσα στη θαλπωρή του κρατικού προστατευτισμού. Αν υπήρχε πρόβλημα ανταγωνιστικότητας τυπωνόταν χρήμα ή γινόταν κάποια υποτίμηση της δραχμής και καθάριζε η μπουγάδα. Τώρα όμως, με την οικονομία μας να λειτουργεί σε περιβάλλον διεθνούς ανταγωνισμού και χωρίς νομισματικά εργαλεία στη διάθεση μας (βλέπε τυπογραφείο και υποτίμηση) είμαστε αναγκασμένοι να λειτουργήσουμε χωρίς κρατική προστασία για την οικονομία μας. Πράγμα το οποίο απλά ξεσκεπάζει τη χρόνια ανεπάρκεια της ελληνικής οικονομίας αλλά και την ολιγωρία του οργανωμένου κράτους να λάβει τα κατάλληλα μέτρα ενίσχυσης της παραγωγικότητας.

Β) Δημόσιο Χρέος

Ο δανεισμός ενός κράτους κατά βάση δε διαφέρει σε τίποτα από το δανεισμό ενός ιδιώτη ή μιας επιχείρησης. Αν ένα κράτος υπερδανειστεί πέρα από τις δυνατότητες του τότε θα χρεοκοπήσει. Το ίδιο θα συμβεί και με μια επιχείρηση ή έναν ιδιώτη. Ο λόγος που κάτι τέτοιο δεν γίνεται εύκολα αντιληπτό είναι λόγω των τεράστιων μεγεθών μιας κρατικής οντότητας. Η αρχή λειτουργίας όμως που διέπει τον κρατικό δανεισμό είναι ακριβώς η ίδια. Είναι θεμιτό και υγιές οικονομικά για ένα κράτος να δανείζεται χρήματα προκειμένου να τα επενδύσει για να αυξήσει την παραγωγικότητα μιας οικονομίας ή για να αναζωογονήσει μια οικονομία την οποία η ιδιωτική πρωτοβουλία αδυνατεί να αναθερμάνει. Είναι εγκληματικό όμως να δανείζεται ένα κράτος, υποθηκεύοντας το μέλλον του, προκειμένου να εξυπηρετηθούν καταναλωτικές δαπάνες ή να χαθούν τα χρήματα σε αντιπαραγωγικές δραστηριότητες. Για να κατανοήσει κανείς το πρόβλημα θα κάνουμε μια απλή υπόθεση εργασίας: Η ζωή ενός ατόμου διαρκεί 2 περιόδους και δεν υπάρχει επιτόκιο στην αγορά. Το άτομο αυτό εργάζεται και έχει μισθό 100 ευρώ. Στην πρώτη περίοδο δανείζεται 20 ευρώ τα οποία πρέπει να επιστρέψει στη δεύτερη περίοδο. Αν τα καταναλώσει, θα έχει ξοδέψει 120 ευρώ στην πρώτη περίοδο. Στη δεύτερη περίοδο πρέπει να αποπληρώσει το χρέος του. Αυτό σημαίνει ότι θα καταναλώσει 80 ευρώ. Φανταστείτε πόσο άσχημα θα πρέπει να αισθάνεται αυτό το άτομο που ενώ είχε συνηθίσει στα 120 Ευρώ, ξαφνικά θα πρέπει να ζήσει με τα 80. Η Ελλάδα, το 1974 χρωστούσε το 22% του ΑΕΠ της σε χρέος. Το 1981 το χρέος είναι στο 31%, το 1990 είναι στο 81%, το 1993 στο 112% και το 2004 στο 108%. Με τα «μαγικά» των κυρίων Παπαντωνίου και Αλογοσκούφη, το χρέος εμφανίζει επίπλαστα μια πτωτική πορεία χάρη στην ένταξη των «άσπρων τρυπών» των ταμείων στο δημόσιο χρέος (Παπαντωνίου) ή στην ένταξη της παραοικονομίας στο ΑΕΠ (Αλογοσκούφης). Όμως αυτά τα «μαγικά» το μόνο που έκαναν ήταν να προσδώσουν την αίσθηση ότι μπορούμε να δανειστούμε μεγαλύτερα ποσά. Και επιπλέον, το χρέος σε απόλυτους αριθμούς αυξάνει συνεχώς και ασταμάτητα. Για το 2009 εκτιμάται ότι θα κλείσει λίγο πάνω από τα 300 δις ευρώ, ενώ για το 2010 και 2011 η αύξηση θα είναι σημαντική. Εάν θέλουμε να λεγόμαστε κυρίαρχο κράτος θα πρέπει αυτό το πρόβλημα να αντιμετωπιστεί άμεσα.

Γ) Ασφαλιστικό

Είναι γεγονός ότι ο πληθυσμός της χώρας γερνάει, η γεννητικότητα είναι κάτω από το όριο συντήρησης ενός νεανικού πληθυσμού και το προσδόκιμο της ζωής των πολιτών αυξάνει. Επιπρόσθετα, οι baby boomers (μεταπολεμική γενιά) τώρα βγαίνει μαζικά στη σύνταξη. Το αναδιανεμητικό σύστημα της κοινωνικής μας ασφάλισης παραπαίει όντας ξεπερασμένο από τις εξελίξεις. Το σύστημα για να λειτουργήσει χρειάζεται 4 εργαζομένους για κάθε έναν συνταξιούχο. Στην Ελλάδα ο μέσος όρος είναι στην καλύτερη περίπτωση 2,1 προς ένα με τάση σαφώς πτωτική. Ίδη φέτος παρατηρήθηκε έντονα το φαινόμενο ταμειακών δυσχερειών σε πολλά ταμεία (ΟΑΕΕ, ΙΚΑ) πράγμα το οποίο απαίτησε συνεχείς ενέσεις από τον τακτικό προϋπολογισμό προκειμένου να πληρωθούν οι συντάξεις και άλλες υποχρεώσεις. Ένα το πρόβλημα δεν αντιμετωπισθεί ριζικά τότε μέσα στα επόμενα 4-5 χρόνια θα έχουμε έκρηξη των δημοσίων δαπανών για πληρωμή συντάξεων, τις οποίες πληρώνουν μεν τα ταμεία, αλλά την καταβολή τους εγγυάται το ελληνικό δημόσιο.

Δ) Έλλειμμα παραγωγικότητας

Έχει ειπωθεί χιλιάδες φορές ότι η Ελλάδα συντηρεί ένα σπάταλο δημόσιο τομέα, ο οποίος υπολειτουργεί ενώ ταυτόχρονα δημιουργεί τεράστια γραφειοκρατικά προσκόμματα στη λειτουργία της υπόλοιπης οικονομίας. Κατά έναν στείρο τρόπο, η συζήτηση λανθασμένα εστιάζεται στο πόσα επιδόματα λαμβάνει ο ένας κλάδος, στο τι πλασματικές υπερωρίες έχει ο β κλάδος, τι προνόμια απολαμβάνει το γ υπουργείο κλπ κλπ. Το πρόβλημα είναι εξαιρετικά απλό: Τι έργο αποδίδει ο εργαζόμενος στο χρόνο τον οποίο απασχολείται έναντι της αμοιβής του. Στην Ελλάδα οι μισθοί δεν είναι καθόλου υψηλοί έναντι του μέσου όρου της ευρωζώνης, είναι όμως απογοητευτικά υψηλοί σε σχέση με το παραγόμενο αποτέλεσμα. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τη συνεχή πίεση των τιμών προς τα πάνω, αφού και οι υπόλοιποι συμμετέχοντες στο οικονομικό κύκλωμα αυξάνουν τις αμοιβές τους προς τα πάνω για να ανταπεξέλθουν. Στην Ελλάδα λοιπόν των ωρομίσθιων καθηγητών και δασκάλων έχουμε 14 μαθητές ανά διδάσκοντα πράγμα που αποτελεί πρωτιά στην Ευρωπαϊκή Ένωση! Έχουμε την καλύτερη αναλογία αστυνομικών προς κάτοικους. Έχουμε τα περισσότερα μέλη ΔΕΠ ως προς τους φοιτητές σε όλη την Ευρώπη. Και φυσικά έχουμε τους περισσότερους δημόσιους υπαλλήλους προς κάτοικους (1 στους 11 είναι με κάποια μορφή απασχολούμενος από τον Δημόσιο Τομέα). Για όλους αυτούς, η έννοια της σύνδεσης του μισθολογικού τους κόστους ως προς την παραγωγικότητα της εργασίας τους είναι μια έννοια άγνωστη ή και επικίνδυνη (ως προς τα συντεχνιακά τους συμφέροντα). Το κράτος πληρώνει υπαλλήλους για την παραγωγή έργου και κατόπιν δεν ενδιαφέρεται καθόλου να δει αν παράγεται έργο, πόσο παράγεται ή την ποιότητα του. Ένας ιδιώτης εργοδότης θα είχε κλείσει προ πολλού την επιχείρηση του λειτουργώντας έτσι. Το χειρότερο όλων όμως είναι, ότι κατά αυτόν τον τρόπο δημιουργούνται πολίτες δύο ταχυτήτων: οι δημόσιοι υπάλληλοι από τη μια και από την άλλη όλοι οι υπόλοιποι. Οι υπόλοιποι έχουν αναγκαστικά υψηλότερη παραγωγικότητα για να καλύψουν το έλλειμμα που παρατηρείται στο δημόσιο τομέα. Το πρόβλημα όμως είναι ότι κανείς δεν θέλει να παραμείνει στον ιδιωτικό τομέα και όλοι προσδοκούν μια θέση στον ήλιο του δημοσίου! Απόλυτα λογική επιλογή ατομικά, καταστροφική όμως σε εθνικό επίπεδο.



Οι διαφαινόμενες στρατηγικές εξόδου μαζί με πιθανές λύσεις θα δοθούν στο Β’ μέρος λόγω μεγέθους του παρόντος.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου